Τι
εξετάστηκε στις
συναντήσεις:
Κεφαλαιακή επάρκεια:
Ο οίκος
αξιολογεί όχι μόνο τους
δείκτες κεφαλαιακής
επάρκειας αλλά και την
ποιότητα των κεφαλαίων.
Η βελτίωση της ποιότητας
συνδέεται με την
επιτάχυνση της μείωσης
του αναβαλλόμενου φόρου,
ενώ οι ελληνικές
τράπεζες εμφανίζουν
συνολικά ισχυρή
κεφαλαιακή επάρκεια.
Μερίσματα:
Τα μερίσματα θεωρούνται
ποιοτικό χαρακτηριστικό,
σημαντικό για τη
συνολική αξιολόγηση. Οι
ελληνικές τράπεζες
αναμένεται να διανείμουν
από 35% έως 50% των
κερδών τους για το 2024,
με πιθανότητες για ακόμη
μεγαλύτερες διανομές σε
ορισμένες περιπτώσεις.
Πιστωτική επέκταση:
Ο τομέας αυτός είναι
καθοριστικός για την
κερδοφορία των τραπεζών.
Η πιστωτική
δραστηριότητα για το
2024 έχει ήδη ξεπεράσει
τα 10 δισ. ευρώ, ενώ για
το 2025 αναμένεται να
φτάσει πάνω από τα 8
δισ. ευρώ.
Ευρωπαϊκή και
Αμερικανική οπτική για
τους κλιματικούς
κινδύνους:
Στις
Ηνωμένες Πολιτείες, η
S&P έχει απομακρύνει το
θέμα της κλιματικής
αλλαγής από την ατζέντα
της. Αντίθετα, η
ευρωπαϊκή Scope επιμένει
στη σημασία των
κλιματικών κινδύνων και
επισημαίνει ότι αυτοί
μπορούν να επηρεάσουν
την οικονομική ανάπτυξη
και να αυξήσουν τους
πιστωτικούς κινδύνους
για τις τράπεζες.
Σύμφωνα με την Scope, οι
επιπτώσεις από φυσικούς
κινδύνους, όπως
πλημμύρες και πυρκαγιές,
αλλά και από τη μετάβαση
σε οικονομίες χαμηλών
εκπομπών άνθρακα, θα
είναι ιδιαίτερα
σημαντικές.
Οι
ευάλωτες τράπεζες:
Οι
τράπεζες της Νότιας και
Ανατολικής Ευρώπης είναι
πιο ευάλωτες λόγω
μεγαλύτερης έκθεσης σε
κλιματικούς κινδύνους. Η
Scope υπολογίζει ότι οι
επιπτώσεις αυτές θα
μπορούσαν να προκαλέσουν
αυξημένες ζημίες που
ξεπερνούν τις 250
μονάδες βάσης. Προτείνει
οι τράπεζες να
δημιουργήσουν ανθεκτικά
σχέδια μετάβασης και να
ενισχύσουν τη διαχείριση
των κινδύνων που
σχετίζονται με το κλίμα.
Η
διαφορά προσέγγισης
μεταξύ των δύο οίκων
υπογραμμίζει τη σημασία
της γεωγραφικής
συγκέντρωσης κινδύνων
και την ανάγκη για
συνεχή παρακολούθηση.
|