|
Πρωτοφανή κινητικότητα
επιδεικνύει πρωτίστως ο
Ντόναλντ Τραμπ καθώς
μέσα στις τελευταίες 10
ημέρες περίπου έχει
κλείσει συμφωνίες με την
Αυστραλία, τη Μαλαισία,
την Καμπότζη και την
Ιαπωνία για τη
χρηματοδότηση και
στήριξη της παραγωγής
σπάνιων γαιών και άλλων
στρατηγικής σημασίας
μετάλλων.
Σημαντικότερη όλων είναι
ίσως η συμφωνία με την
Αυστραλία, τη χώρα της
Lynas, της
σημαντικότερης εταιρείας
σπάνιων γαιών εκτός
Κίνας, καθώς δεσμεύει
τις δύο χώρες να
επενδύσουν περίπου ένα
δισ. δολάρια στην
παραγωγή σπάνιων γαιών
και στη δημιουργία
πλήρους εφοδιαστικής
αλυσίδας. Η αμερικανική
τράπεζα US Export-Import
Bank δεσμεύθηκε να
χορηγήσει δάνεια άνω των
2,2 δισ. δολ. για τη
χρηματοδότηση σχεδίων
εξόρυξης και ανάπτυξης
κρίσιμων μετάλλων στην
Αυστραλία, με επιλέξιμες
για τις πιστώσεις τις
εταιρείες Arafura Rare
Earths, Northern
Minerals, RZ Resources
και Graphinex. Την ίδια
στιγμή, η κυβέρνηση
Τραμπ στηρίζει ενεργά
τις βιομηχανίες σπάνιων
γαιών των ΗΠΑ και
μάλιστα με τρόπους που
προκάλεσαν επικρίσεις.
Το καλοκαίρι, το
Πεντάγωνο επένδυσε 400
εκατ. δολ. στη
σημαντικότερη όλων, την
MP Materials, που
λειτουργεί ορυχείο στα
σύνορα της Καλιφόρνια με
τη Νεβάδα. Δέχθηκε όμως
επικρίσεις ότι υιοθετεί
τακτικές που
προσιδιάζουν σε εκείνες
της Κίνας. Η εταιρεία
σχεδιάζει, πάντως, την
επέκτασή της και την
ανέγερση δεύτερης
μονάδας της με σκοπό να
φτάσει την παραγωγή της
στους 10.000 τόνους μέσα
σε λίγα χρόνια.
Παράλληλα, η αμερικανική
USA Rare Earth
λειτουργεί πλέον τη δική
της μονάδα στο
Στίλγουοτερ στη βόρεια
Οκλαχόμα, με στόχο μια
ετήσια παραγωγή 600
τόνων σπάνιων γαιών
μέχρι τα τέλη του
επόμενου έτους και
περαιτέρω διπλασιασμό
της παραγωγής της στις
αρχές του 2027.
Προσβλέποντας, άλλωστε,
στη στήριξη της
Ουάσιγκτον η γερμανική
VAC Group, η οποία
υπήρξε η κυριότερη
βιομηχανία της Ευρώπης
στην παραγωγή μαγνητών
σπάνιων γαιών, άρχισε να
δρομολογεί μέσα στον
Οκτώβριο την ανέγερση
δικής της μονάδας στο
Σάμτερ της Νότιας
Καρολίνας με παραγωγική
δυνατότητα 2.000 τόνων
ετησίως. Ευελπιστεί
μάλιστα να αρχίσει να
παράγει στα τέλη Μαρτίου
και να διπλασιάσει την
παραγωγή της μέσα σε 18
μήνες. Και τέλος, μια
ακόμη αμερικανική
εταιρεία, η Noveon
Magnetics, έχει
κατασκευάσει δική της
μονάδα κοντά στο Οστιν
του Τέξας. Η στήριξη της
Ουάσιγκτον στον κλάδο
έχει προσελκύσει το
ενδιαφέρον των
επενδυτών, με αποτέλεσμα
την εκτόξευση των
μετοχών πολλών
αμερικανικών ορυχείων
σπάνιων γαιών. Οι
μετοχές των MP Materials
και Trilogy Metals που
είναι εισηγμένες στο
χρηματιστήριο της Νέας
Υόρκης, έχουν
τετραπλασιαστεί σε αξία,
της Energy Fuels έχουν
τριπλασιαστεί, ενώ της
Critical Metals έχουν
σημειώσει άνοδο 90% και
της USA Rare Earth
περίπου 75%.
Η
κινητικότητα είναι
έντονη και στην Ευρώπη
με τις βιομηχανίες να
έχουν επανειλημμένως
απευθύνει πιεστικές
εκκλήσεις στην Κομισιόν
για να δραστηριοποιηθεί
και να διασφαλίσει
επάρκεια των στρατηγικής
σημασίας μετάλλων. Στο
επίκεντρο των ευρωπαϊκών
προσπαθειών έχει βρεθεί
η Neo στην ανατολική
Εσθονία. Μια εταιρεία
που πριν από έναν αιώνα
παρήγε σχιστολιθικό
πετρέλαιο στην περιοχή
Σιλαμάε και τώρα στην
ίδια μονάδα
επεξεργάζεται σπάνιες
γαίες. Επίσης, έχει δική
της μονάδα παραγωγής
μαγνητών σπάνιων γαιών
στην περιοχή Νάρβα στις
όχθες ποταμού που φτάνει
μέχρι τη Ρωσία. Η εν
λόγω βιομηχανία έχει
μακρά ιστορία με τις
σπάνιες γαίες καθώς της
ανήκει η Magnequench,
άλλοτε θυγατρική της
General Motors που
απεδείχθη ευρηματική τις
δεκαετίες 1980 και 1990
επινοώντας εφαρμογές των
μαγνητών σπάνιων γαιών.
Η Γηραιά Ηπειρος
ενδέχεται να βρεθεί
σύντομα προ διλημμάτων,
καθώς η επιτακτική
ανάγκη να διασφαλίσει
δική της παραγωγή
σπάνιων γαιών ίσως έρθει
σε σύγκρουση με ζητήματα
περιβαλλοντικής φύσης,
αλλά ακόμη και με το
ενδεχόμενο κοινωνικό
κόστος στις περιοχές των
εξορύξεων.
Το
περιβαλλοντικό κόστος
των εξορύξεων
Από τον
Μάρτιο του 2023 η
Κομισιόν έχει
παρουσιάσει την Πράξη
της Ε.Ε. για τα
Στρατηγικής Σημασίας
Μέταλλα και τις Πρώτες
Υλες και μεταξύ άλλων
θέτει στόχο για το 2030
την κάλυψη του 10% των
αναγκών της Ε.Ε. σε
σπάνιες γαίες από
εξορύξεις εντός της
Γηραιάς Ηπείρου. Εκτοτε
έχουν ενταθεί οι έρευνες
για σπάνιες γαίες εντός
της Ευρώπης με
σημαντικότερα ευρήματα
τα κοιτάσματα σε
Νορβηγία και Σουηδία. Το
μεγαλύτερο είναι το
κοίτασμα που εντόπισε το
καλοκαίρι του 2024 η
εταιρεία Rare Earths
Norway στη Νορβηγία και
σύμφωνα με τις
εκτιμήσεις, περιέχει 8,8
εκατ. μετρικούς τόνους
οξειδίων σπάνιων γαιών
εντός των οποίων
ανιχνεύονται 1,5 εκατ.
μετρικοί τόνοι μαγνητών
σπάνιων γαιών. Περίπου
ένα έτος νωρίτερα η
Σουηδία είχε εντοπίσει
κοίτασμα στην αρκτική
της πλευρά, στην περιοχή
Κιρούνα, που σύμφωνα με
τις πρώτες εκτιμήσεις
περιέχει πάνω από ένα
εκατ. τόνους σπάνιων
γαιών.
Στο
σουηδικό κοίτασμα
γίνονται ακόμη
διερευνητικές εξορύξεις
και είναι πιθανόν να
παρέλθει ακόμη μια
δεκαετία μέχρις ότου
λειτουργήσει κανονικά
ορυχείο στην περιοχή.
Τις εξορύξεις έχει
αναλάβει η κρατική
εταιρεία LKAB, που
παράγει επίσης το 80%
του σιδηρομεταλλεύματος
της Ευρώπης. Οπως
ανέφερε μέσα στην
εβδομάδα σχετικό
δημοσίευμα του
Bloomberg, οι
προσπάθειες για την
αξιοποίησή του έχουν ήδη
δημιουργήσει κοινωνικό
πρόβλημα στην περιοχή.
Οι κάτοικοι της Κιρούνα
αναγκάζονται να
εγκαταλείψουν τα σπίτια
τους έπειτα από
συστάσεις και
προειδοποιήσεις της
κυβέρνησης, η οποία τους
στέλνει επιστολές για
την επικινδυνότητα της
περιοχής εξαιτίας των
εξορύξεων. Η πόλη της
Κιρούνα βρέθηκε στο
επίκεντρο του
ενδιαφέροντος τον
Αύγουστο, όταν η
εύθραυστη ξύλινη
εκκλησία έπρεπε να
μετακινηθεί κατά πέντε
χιλιόμετρα και να
εγκατασταθεί σε άλλο
κτίσμα προκειμένου να
προστατευτεί από τους
κραδασμούς της
εξορυκτικής
δραστηριότητας. Η είδηση
κυκλοφόρησε στο Ιντερνετ
και δέχθηκε εκατομμύρια
σχόλια. Μια εβδομάδα
αργότερα, άρχισαν να
καταφθάνουν οι
επιστολές, οι αρχές της
πόλης συγκάλεσαν
συνέλευση των κατοίκων
και η εταιρεία LKAB
ανακοίνωσε ότι πρέπει να
απομακρυνθούν από τα
σπίτια τους άλλοι 6.000
κάτοικοι. Η εταιρεία
καλύπτει τα έξοδα της
μετακίνησής τους και
δηλώνει πως θα κάνει
ό,τι μπορεί για να
διασφαλίσει ότι η
κοινότητα θα παραμείνει
ενωμένη και ισχυρή.
Εχει
προηγηθεί ανάλογη
τραυματική εμπειρία των
κατοίκων της περιοχής το
2004, όταν η LKAB
ανακοίνωσε το μακρόπνοο
σχέδιό της να
κατεδαφίσει μεγάλο μέρος
της πόλης και να
μεταφέρει τις
επιχειρήσεις της και
αρχικά 6.000 κατοίκους
της σε καινούργια
κτίρια. «Οταν ζεις στην
Κιρούνα γνωρίζεις τι
σημαίνει να κατοικείς
πάνω από ένα ορυχείο»,
δηλώνουν με πικρία οι
κάτοικοι και οι
επιχειρηματίες της
περιοχής, αλλά παράλληλα
υπογραμμίζουν πως δεν
μπορούσαν να φανταστούν
ότι θα ήταν τόσο μεγάλες
οι συνέπειες των
εξορύξεων και τέτοιος ο
κοινωνικός αντίκτυπος.
Αλλοι εξ αυτών έχουν
αναγκαστεί να
εγκαταλείψουν τα σπίτια
τους, άλλοι τα
καταστήματά τους και
άλλοι το ξενοδοχείο
τους. Και η κυβέρνηση
διαμηνύει διά στόματος
της υπουργού Ενέργειας
και Επιχειρήσεων, Εμπα
Μπους, πως «κανείς δεν
θα αντιμετωπίσει το θέμα
μόνος του» και εξηγεί
πως οι εξορύξεις «είναι
θέμα επιβίωσης για την
Κιρούνα αλλά και ζήτημα
εθνικής κυριαρχίας τόσο
για τη χώρα όσο και
γενικότερα για την
ήπειρο».
|