|
Σε μια
περίοδο αυξανόμενων
περιορισμών στο διεθνές
εμπόριο, μετά τις
πρόσφατες ανατροπές
στους δασμούς και το
κλίμα πολιτικής
αβεβαιότητας, η ενίσχυση
της ψηφιακής
ανταγωνιστικότητας
αποκτά ακόμη μεγαλύτερη
σημασία, τονίζει το IMD.
«Οι χώρες που είχαν
επενδύσει τα προηγούμενα
χρόνια σε
τηλεπικοινωνίες,
Διαδίκτυο και νέες
τεχνολογίες είναι σήμερα
οι κερδισμένες»,
σημειώνει η έκθεση,
προσθέτοντας ότι «αν και
το ταλέντο παραμένει
κινητό, η γεωπολιτική
αβεβαιότητα περιορίζει
τις μετακινήσεις
εργατικού δυναμικού,
πλήττοντας την ψηφιακή
ανταγωνιστικότητα. Όταν
συνδυάζονται εσωτερικές
πολιτικές αδυναμίες με
περιφερειακή αστάθεια,
περισσότερα ταλέντα
εγκαταλείπουν τη χώρα».
Όπως επισημαίνει το IMD,
η ρυθμιστική σαφήνεια
και η θεσμική ασφάλεια
βοηθούν τις κυβερνήσεις
και τις επιχειρήσεις να
ενσωματώνουν τις
τεχνολογίες ταχύτερα και
αποτελεσματικότερα.
Οι
επιδόσεις ανά πυλώνα
Η Ελλάδα
κατατάσσεται:
49η στον
πυλώνα «Γνώση»,
όπου ξεχωρίζει για τον
υψηλό αριθμό
επιστημονικού και
τεχνικού προσωπικού (12η
θέση στον επιμέρους
δείκτη). Ωστόσο, υστερεί
σημαντικά στην αναλογία
σπουδαστών προς
καθηγητές στην
τριτοβάθμια και
μεταλυκειακή εκπαίδευση
(62η θέση). Οι συνολικές
δαπάνες για την
εκπαίδευση παραμένουν
μέτριες (47η θέση), ενώ
η κατάρτιση των
εργαζομένων
συγκαταλέγεται στα πλέον
αδύνατα σημεία (54η
θέση).
47η στον
πυλώνα «Τεχνολογία»,
όπου θετικά
καταγράφονται η
ηλεκτρονική έναρξη
επιχειρήσεων, οι
επενδύσεις στις
τηλεπικοινωνίες και η
ποιότητα των ασύρματων
δικτύων. Αντίθετα, η
Ελλάδα βρίσκεται πολύ
χαμηλά (64η θέση) στην
αποτελεσματικότητα
επίλυσης εμπορικών
διαφορών στα δικαστήρια
–αντανάκλαση των
γενικότερων
καθυστερήσεων στη
Δικαιοσύνη–, ενώ χαμηλή
είναι και η κατάταξή της
(58η) στις ταχύτητες
ευρυζωνικών συνδέσεων.
55η στον
πυλώνα «Ετοιμότητα για
το μέλλον»,
με βασική αδυναμία την
ανάλυση δεδομένων
μεγάλου όγκου (big
data), όπου καταλαμβάνει
την 62η θέση. Εξίσου
χαμηλή είναι η επίδοση
(65η θέση) όσον αφορά
την προσαρμοστικότητα
των επιχειρήσεων στις
νέες τεχνολογικές
συνθήκες.
Στην
κορυφή της φετινής
παγκόσμιας επετηρίδας
ψηφιακής
ανταγωνιστικότητας
βρίσκονται η
Ελβετία, οι
Ηνωμένες Πολιτείες,
η
Σιγκαπούρη, το
Χονγκ Κονγκ και
η
Δανία.
Δημόσιος
τομέας και ψηφιακή
διακυβέρνηση
Αντίθετα, ο δημόσιος
τομέας εμφανίζει σαφώς
μεγαλύτερη πρόοδο. Η
προσαρμογή της δημόσιας
διοίκησης στις νέες
τεχνολογίες αποδείχθηκε
ταχύτερη, κυρίως χάρη
στην ώθηση που δόθηκε
κατά την περίοδο της
πανδημίας. Σύμφωνα με
την έκθεση
DEN 2025, η
Ελλάδα καταγράφει υψηλές
επιδόσεις στην ψηφιακή
διακυβέρνηση (74,7/100),
στις ψηφιακές υποδομές
(74,9) και στα ψηφιακά
χρηματοοικονομικά
(77,6).
Η ίδια
έκθεση, όπου η Ελλάδα
εμφανίζεται για πρώτη
φορά, αναγνωρίζει ότι η
χώρα ενισχύει τη
στρατηγική της στον
τομέα της ψηφιακής
διακυβέρνησης μέσα από
μεταρρυθμίσεις που
προωθούν την υιοθέτηση
τεχνολογιών όπως η
τεχνητή νοημοσύνη (AI),
το
blockchain και
το
cloud computing
στις λειτουργίες του
Δημοσίου.
Ωστόσο,
η εικόνα είναι
διαφορετική στον
ιδιωτικό τομέα: οι
καινοτόμες επιχειρήσεις
εξακολουθούν να
αναπτύσσονται με αργούς
ρυθμούς, με τη σχετική
βαθμολογία της Ελλάδας
να φτάνει μόλις το
40,1. Ένας από
τους κύριους λόγους,
σύμφωνα με το DEN 2025,
είναι η
ανεπάρκεια κεφαλαίων
επιχειρηματικών
συμμετοχών (venture
capital), όπου
η χώρα συγκεντρώνει
χαμηλή βαθμολογία
38,1.
Συνολικά, η Ελλάδα
εξακολουθεί να βρίσκεται
χαμηλά στη διεθνή
κατάταξη, παρουσιάζοντας
επιμέρους βελτιώσεις στη
δημόσια ψηφιακή
διακυβέρνηση, αλλά
παραμένοντας πίσω σε
κρίσιμους τομείς που
συνδέονται με την
εκπαίδευση, την
καινοτομία και τη
διασύνδεση επιχειρήσεων
και τεχνολογίας –
στοιχεία απαραίτητα για
την ουσιαστική ενίσχυση
της ψηφιακής της
ανταγωνιστικότητας.
|