Στα
παραπάνω έρχεται να
προστεθεί η εντυπωσιακή
ανοδική πορεία των
ευρωαγορών, κύρια δε του
γερμανικού DAX40 εν μέσω
ύφεσης (για δεύτερη
συνεχόμενη χρονιά) και
πολιτικής ασάφειας στη
δεύτερη μεγαλύτερη
οικονομία της Ευρωζώνης
(και έβδομη στον
πλανήτη), της Γαλλίας.
Και μάλιστα, το πρόσφατο
sell off στα ευρωπαϊκά
ομόλογα (αύξηση των
αποδόσεων) επιβεβαιώνει
την αυξημένη νευρικότητα
στις χρηματαγορές.
Οίκοθεν νοείται ότι η
απρόβλεπτη ενδυνάμωση
του ευρώ (ή καλύτερα η
αποδυνάμωση του
πανίσχυρου δολαρίου)
επιτείνει την
ανασφάλεια, μιας και δεν
δικαιολογείται με τις
υφιστάμενες συνθήκες.
Προφανώς, πρώτος βασικός
παράγοντας που οδηγεί σε
έντονη μεταβλητότητα
είναι η βαρύνουσας
σημασίας πολιτική που
χαράζει η νέα κυβέρνηση
ως προς τους δασμούς.
Μολονότι η
μακροοικονομική θεωρία
δεν αποδεικνύει πάντα
ότι η επιβολή δασμών και
οι πολιτικές
προστατευτισμού έχουν
αρνητικό πρόσημο,
μολαταύτα αποδεικνύεται
για άλλη μια φορά ότι
αλλάζει αισθητά τις
ισορροπίες. Πολλώ δε
μάλλον αν οι πολιτικές
αυτές υιοθετούνται από
τη μεγαλύτερη οικονομία
(ΗΠΑ), εναντίον των
άλλων μεγάλων οικονομιών
(Κίνα και Ευρωζώνη), ενώ
μάλιστα στοχεύει σε
κρίσιμα αγαθά και
υπηρεσίες, όπως
ενέργεια, τεχνολογικό
εξοπλισμό, βιομηχανικά
είδη κ.α.
Εδώ,
θεωρούμε ότι υπάρχει μια
υπερβολή, και η
νευρικότητα αυτή έχει να
κάνει με
βραχυ-μεσοπρόθεσμες
αναδιαρθρώσεις αμυντικού
χαρακτήρα (..φύλαγε τα
ρούχα σου, δηλαδή), μιας
και το μεγαλύτερο
πρόβλημα απεδείχθη ότι
είναι η ασυνέπεια του
Trump, η ..δόση τρέλας
που τον χαρακτηρίζει και
γενικά η αποτυχία
προβλεπτικότητας των
αναλυτών. Από την άλλη,
με άξονα περιστροφής το
κέρδος και την
εξυπηρέτηση συμφερόντων,
είναι πολύ δύσκολο να
φανταστούμε τέτοιον
επιχειρηματία να
οδηγήσει στα βράχια το
αμερικανικό καράβι.
Κι εδώ
έρχεται ο δεύτερος
παράγοντας: οι
εξελίξεις στον
τεχνολογικό κλάδο.
Με δεδομένο ότι οι
τεχνολογικοί κολοσσοί
αλλά και οι μικρότερες
εταιρείες αφορούν σε ένα
τεράστιο ποσοστό των
Χρηματιστηρίων
παγκοσμίως, o παράγοντας
αυτός εκφεύγει του
ειδικού και
περιορισμένου εύρους
ανάλυσης εταιρειών. Για
να γίνει κατανοητό σε
κλίμακα, μόνο οι m7
(Apple, Microsoft,
Alphabet/Google, Amazon,
Meta Platforms (πρώην
Facebook), Nvidia και
Tesla κατέγραψαν για το
2024 …1,72
τρισεκατομμύρια κύκλο
εργασιών.
Συνυπολογίζοντας δε ότι
και για τα επόμενα πολλά
χρόνια, προβλέπεται
παρεμφερή επικυριαρχία,
με νέο παίκτη την
τεχνητή νοημοσύνη, είναι
λογικό κάθε σοβαρή
ανάλυση να
συμπεριλαμβάνει τον
κλάδο αυτό.
Υπενθυμίζεται δε ότι τα
ευρήματα προεκτείνονται
και σε άλλους κλάδους,
με κυριότερο την
ενέργεια (και την
εκθετική μελλοντική
ζήτηση λόγω των
αντίστοιχα εκθετικά
αυξημένων αναγκών από
την τεχνολογία αυτή) και
τα data centers.
Σε αυτό
το μοτίβο, η ρητορική
του DeepSeek επέφερε
δικαιολογημένα σημαντική
αναστάτωση. Αυτό
επιβεβαιώθηκε από τις
πρώτες κιόλας ώρες της
ανακοίνωσης της
επέλευσης ενός τέτοιου
εργαλείου που απαιτεί
μικρό ποσοστό ενέργειας
σε σχέση με τα
υφιστάμενα μοντέλα ΑΙ,
ενώ πραγματικά οι
μετοχές εταιρειών
ενέργειας (πυρηνικής,
ΑΠΕ ή συμβατικής, χωρίς
διακρίσεις), οι
εταιρείες υποδομών data
centers, ακόμα και οι
ιδιοκτήτες γης (που
απαιτείται για αυτά τα
data centers)
κατέρρευσαν, χωρίς να
μπορούν ακόμα να
ανασάνουν από τον όγκο
ρευστοποιήσεων. Χωρίς
αυτό να σημαίνει πλήρη
απαξίωση, σε καμία
περίπτωση, ωστόσο
υφίστανται σημαντικές
αναθεωρήσεις στις
προβλέψεις τους, μιας
και όλες οι
χρηματοδοτήσεις και οι
πρώιμες τοποθετήσεις
είχαν στόχο αμεσότερη
απόκριση, ώστε να
εικάζεται ότι οι ρυθμοί
αύξησης της ζήτησης θα
μειωθούν.
Και
πάλι, χρειάζεται
υπομονή, καθώς τα
θεμελιώδη μεγέθη του
τομέα παραμένουν ισχυρά,
ενώ αναμένεται να
επιτύχει την υψηλότερη
αύξηση κερδών ανά μετοχή
(+21%) και περιθώρια
κέρδους (+27%) από
οποιονδήποτε τομέα το
2025. Επιπλέον, αν και
υπήρχαν ανησυχίες για
πιθανή επιβράδυνση των
επενδύσεων σε AI, ένας
αριθμός ρεκόρ εταιρειών
έχει αναφέρει την AI
στις τηλεδιασκέψεις
τους, ενώ πολλές
εταιρείες τεχνολογίας
μεγάλης κεφαλαιοποίησης
έχουν αυξήσει τις
προβλέψεις τους για τις
κεφαλαιουχικές δαπάνες
για το 2025,
υποδεικνύοντας ότι οι
επενδύσεις σε AI θα
παραμείνουν ισχυρές
φέτος.
Σοβαρότερος πονοκέφαλος
είναι η
μακροοικονομική
κατάσταση στις
ΗΠΑ. Καταρχάς, να
τονίσουμε ότι οι
ανησυχίες δεν μπορεί να
δικαιολογήσουν κάποια
κρίση ευρείας κλίμακας,
όπως η χρηματοοικονομική
ενυπόθηκων δανείων
χαμηλής εξασφάλισης του
2007, ή της πανδημίας,
αλλά ενδέχεται να
δημιουργηθούν μεγάλα
προβλήματα από έναν
ενδεχόμενο
στασιμοπληθωρισμό,
δηλαδή υψηλότερα του
αποδεκτού επίπεδα
πληθωρισμού παράλληλα με
επιβράδυνση (ή και
συρρίκνωση) της
οικονομικής
δραστηριότητας.
Ο
επίμονος πληθωρισμός
είναι το πρώτο δείγμα,
διότι η ισχυρή αγορά
εργασίας (οι μισθοί
είναι τιμές) και η
γενικότερη
«υπερθέρμανση» της
οικονομίας δεν βοηθούν
στην περαιτέρω άμβλυνση
του μακροοικονομικού
αυτού μεγέθους, κάτι που
επιβεβαιώνεται και από
την άρνηση της Fed να
μειώσει το υψηλό της
επιτόκιο αναφοράς,
ακριβώς με αυτήν την
επιχειρηματολογία. Από
κει και πέρα, η
επιβράδυνση της
οικονομικής ανάπτυξης
δεν δικαιολογείται, παρά
μόνο στην περίιπτωση που
οι επιβαλλόμενοι δασμοί
οδηγήσουν σε μια νέα
συνθήκη ισορροπίας, τόσο
μακριά από την
υφιστάμενη, που θα
πληγεί η
ανταγωνιστικότητα των
ΗΠΑ. Και πάλι, το
σενάριο είναι αρκετά
αδύναμο, τουλάχιστον με
τα υφιστάμενα δεδομένα,
χωρίς να αποκλείεται να
δούμε πλαγιοκόπημα στις
αγορές μετοχών ακριβώς
λόγω του παρατεταμένου
του θέματος.
Τέλος,
δεν μπορεί να μείνει
εκτός συζήτησης η ραγδαία
εξέλιξη στην Ευρωζώνη σχετικά
με τις κατευθύνσεις που
χαράσσονται από την ΕΚΤ
και τη (νέα) γερμανική
κυβέρνηση. Εν ολίγοις, η
Ευρωζώνη οδηγείται με
μαθηματική ακρίβεια σε
ένα περιβάλλον
δημοσιονομικής (και
πιθανότατα νομισματικής)
χαλάρωσης. Ειδικότερα
για το δεύτερο, αρχικά
είναι γεγονός το πελώριο
χρηματοδοτικό πρόγραμμα
για τα εξοπλιστικά
(παράλληλα με
δηοσιονομικές
παρεμβάσεις), ενώ έχει
επισημανθεί πολλάκις ο
προάγγελος που ακούει
στο όνομα «έκθεση
Draghi», ως ένα
«ευρωπαϊκό σχέδιο
Marshal» που θα εισφέρει
πελώρια χρηματικά
κεφάλαια στο σύστημα.
Εξάλλου, η επιθετική
πτωτική τάση στα
επιτόκια της ΕΚΤ
(πρόσφατα έλαβε χώρα η
έκτη συνεχόμενη μείωση
σε λιγότερο από 12
μήνες, πλέον στο 2,65%
για τις πράξεις κύριας
αναχρηματοδότησης)
επιβεβαιώνει ότι η
Ευρώπη δεν θέλει πια
υψηλά επιτόκια, ή ακόμα,
αποζητά τα χαμηλότερα.
Ευτυχώς,
μια τέτοια έκβαση
«σβήνει» τα προβλήματα
που συνοδεύουν την
ενίσχυση των ακροδεξιών
παρατάξεων εντός του
Κοινοβουλίου,
ενώ και η ανοδική
συμπεριφορά των
ευρωπαϊκών
Χρηματιστηρίων (λ.χ.
ιστορικά υψηλά για τον
γερμανικό DAX40)
επιβεβαιώνει το
σκεπτικό. Ειδική μνεία
στα ευρωπαϊκά ομόλογα: η
πρόσφατη έντονη πτωτική
τάση (αύξηση των
αποδόσεων) δημιουργεί
ευκαιρίες για τις
υφιστάμενες εκδόσεις με
πολύ ελκυστικές
αποδόσεις, άσχετα αν
προφανώς υπάρξουν σειρές
νέων, μιας και κυριότερη
μεταβλητή παραμένει η
ασφάλεια στον εκδότη και
όχι η χαμηλότερη δυνατή
τιμή εισόδου, αφού ο
ενδιαφερόμενος (συνήθως)
έχει πιο μακροπρόθεσμη
επενδυτική στόχευση και
σταθερές χρηματοροές.
Ο Συμεών Μαυρουδής είναι
Διαχειριστής Α/Κ και
ιδιωτικών χαρτοφυλακίων
στη Fast Finance ΑΕΠΕΥ
Πρώτη δημοσίευση στον
Οικονομικό Ταχυδρόμο
|