Για τους
traders, το ασήμι είναι
γνωστό ως «ο χρυσός των
φτωχών» ή το «μέταλλο
του διαβόλου». Αυτοί οι
χαρακτηρισμοί
προέρχονται από τη
χαμηλή του απόδοση και
τις έντονες διακυμάνσεις
της τιμής του εδώ και
δεκαετίες. Ωστόσο, το
τελευταίο έτος, το ασήμι
ακολουθεί την πορεία του
χρυσού, ενώ σε ορίζοντα
πενταετίας παρουσιάζει
καλύτερες επιδόσεις.
Καθώς οι επενδυτικές
ροές ευθυγραμμίζονται
όλο και περισσότερο με
τις αποδόσεις του, το
ασήμι, που κάποτε
απευθυνόταν μόνο στους
πιο τολμηρούς επενδυτές,
κερδίζει έδαφος ως
παραδοσιακό επενδυτικό
μέσο.
Λογικά,
η τιμή του ασημιού θα
έπρεπε να ακολουθεί την
τάση του χρυσού, καθώς
και τα δύο είναι σπάνια,
αδρανή και ελκυστικά
μέταλλα,
χρησιμοποιούμενα σε
κοσμήματα και νομίσματα.
Έτσι, το ασήμι διατηρεί
διαχρονικά τη φήμη του
ως «ασφαλές καταφύγιο»
σε περιόδους οικονομικής
αβεβαιότητας, ενώ, όπως
και ο χρυσός, η
περιορισμένη
διαθεσιμότητά του στη Γη
το καθιστά
αποτελεσματικό
αντιστάθμισμα έναντι του
πληθωρισμού.
Όπως
ήταν αναμενόμενο, το
ράλι και των δύο
μετάλλων συνέπεσε με την
προσπάθεια των επενδυτών
να προφυλαχθούν από το
γεωπολιτικό χάος και τις
επίμονες πληθωριστικές
πιέσεις. Ωστόσο, το
ανοδικό αυτό κύμα
διέψευσε μία ευρέως
αποδεκτή θεωρία: ότι οι
τιμές των πολύτιμων
μετάλλων τείνουν να
μειώνονται όταν τα
επιτόκια αυξάνονται, και
αντιστρόφως.
Στην
πράξη, όμως, οι
διαφοροποιήσεις στην
εξόρυξη και τη
βιομηχανική ζήτηση
σημαίνουν ότι η αναλογία
τιμής μεταξύ ασημιού και
χρυσού παραμένει
ασταθής. Μακροπρόθεσμα,
αυτό απογοήτευσε τους
υποστηρικτές του
ασημιού. Τη δεκαετία του
1970, για να αγοράσει
κανείς μία ουγγιά
χρυσού, έπρεπε να
ανταλλάξει 30-40 ουγγιές
ασημιού. Σήμερα, η
αναλογία αυτή έχει
αυξηθεί σε σχεδόν 90
ουγγιές.
Ακόμα
και οι κερδοσκόποι
υπέστησαν ζημίες από το
ασήμι. Μετά την
οικονομική κρίση του
2007, η μειωμένη
βιομηχανική ζήτηση και η
στροφή προς ασφαλή
καταφύγια είχαν ως
αποτέλεσμα η τιμή του
ασημιού να επηρεάζεται
όλο και περισσότερο από
τις κινήσεις των
traders. Έτσι, για
χρόνια η αναλογία
ασημιού προς χρυσό
κινούνταν παράλληλα με
την τιμή του χρυσού. Ένα
στοίχημα στο ασήμι
αποτελούσε στην ουσία
έναν μοχλευμένο τρόπο
πονταρίσματος στον
χρυσό. Όμως, στα τέλη
της δεκαετίας του 2010,
η σχέση αυτή κατέρρευσε,
προκαλώντας μεγάλες
απώλειες στους traders
που βασίζονταν σε αυτή,
καθώς το ασήμι έπαψε να
αποτελεί επενδυτική
προτεραιότητα.
Πλέον,
όμως, επιστρέφει,
σύμφωνα με τον
Economist. Οι κεντρικές
τράπεζες εδώ και χρόνια
αυξάνουν τα αποθέματά
τους σε χρυσό. Ωστόσο,
τον Σεπτέμβριο, το
ρωσικό πρακτορείο
ειδήσεων Interfax
μετέδωσε πως η ρωσική
κυβέρνηση σχεδιάζει να
ξεκινήσει αγορές
ασημιού. Επιπλέον, το
2024 τα επενδυτικά funds
που διαπραγματεύονται
ασήμι κατέγραψαν θετικές
καθαρές εισροές για
πρώτη φορά μετά από τρία
χρόνια.
Παράλληλα, οι traders
της Νέας Υόρκης
αδειάζουν τα
θησαυροφυλάκια του
Λονδίνου, φοβούμενοι την
επιβολή δασμών στις
εισαγωγές πολύτιμων
μετάλλων στις ΗΠΑ. Οι
αγορές ασημιού γίνονται
με τόσο γρήγορο ρυθμό,
ώστε η διαφορά τιμής
μεταξύ Ευρώπης και
Αμερικής καθιστά
συμφέρουσα ακόμα και τη
μεταφορά των ράβδων με
εμπορικές πτήσεις.
Η
διαφορά μεταξύ προσφοράς
και ζήτησης πιθανώς να
διατηρήσει την
επενδυτική αυτή τάση. Η
ετήσια παραγωγή ασημιού
έχει μειωθεί ελαφρώς την
τελευταία δεκαετία, ενώ,
την ίδια στιγμή, η
βιομηχανική του χρήση
–ιδίως στην παραγωγή
ηλιακών πάνελ– έχει
αυξηθεί κατά τουλάχιστον
50%.
Δεδομένης της
γεωπολιτικής
αβεβαιότητας, η ζήτηση
για ασφαλή επενδυτικά
καταφύγια αναμένεται να
παραμείνει υψηλή.
Παράλληλα, όλο και
περισσότερες κυβερνήσεις
αναζητούν τρόπους να
αποθηκεύσουν αξία εκτός
της επιρροής των ΗΠΑ,
γεγονός που εξηγεί γιατί
οι κεντρικές τράπεζες
αγοράζουν μεγάλες
ποσότητες χρυσού το
τελευταίο διάστημα.
Ορισμένοι, όπως ο Donald
Trump, μπορεί να
εξετάζουν ακόμα και την
προσθήκη
κρυπτονομισμάτων στα
αποθεματικά τους.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον
Economist, το ασήμι θα
μπορούσε να
διαδραματίσει τον ίδιο
ρόλο, καθιστώντας το
έναν ελκυστικότερο και
πιο παραδοσιακό
επενδυτικό προορισμό.
|