Όπως
προκύπτει από την Έκθεση στο
πρώτο εξάμηνο του 2024,
αν και σημειώνεται αύξηση
του υπολοίπου δανείων
κατά 1,8 δισ. ευρώ,
αυτή υπολείπεται κατά
πολύ των επενδύσεων που
πραγματοποίησαν οι
τράπεζες σε χρεόγραφα,
κυρίως κρατικά και
εταιρικά ομόλογα, οι
οποίες ήταν σχεδόν
διπλάσιες και ανήλθαν
στα 3,76
δισ. ευρώ.
Αν και η
κατάσταση την εφετινή
χρονιά είναι εντυπωσιακά
βελτιωμένη σε σχέση με
το 2023 όπου
τα υπόλοιπα δανείων
(μετά από προβλέψεις)
υποχώρησαν κατά -2,44
δισ. (καθώς
οι αποπληρωμές δανείων
ήταν μεγαλύτερες των
νέων χορηγήσεων) και οι
επενδύσεις των τραπεζών
σε χρεόγραφα ανήλθαν
στα 9,9
δισ. ευρώ εντούτοις
παραμένει προβληματική
αποτυπώνοντας την
αδυναμία των τραπεζών να
μετασχηματίσουν την
αυξημένη ρευστότητα που
διαθέτουν σε νέα δάνεια
προς επιχειρήσεις και
νοικοκυριά.
Και αυτό
παρά το γεγονός ότι η
οικονομία βρίσκεται σε
σταθερή πορεία ανάπτυξης
την τελευταία 3ετία,
η χώρα απολαμβάνει
πολιτικής σταθερότητας
ενώ υπάρχει μια μεγάλη
γκάμα ευρωπαϊκών
χρηματοδοτικών
προγραμμάτων από το Ταμείο
Ανάκαμψης μέχρι
το ΕΣΠΑ κ.α.
που ενισχύουν τις
επενδύσεις αλλά και το
κρατικό πρόγραμμα «Σπίτι
μου» που
απευθύνεται σε
νοικοκυριά.
Στην
πράξη μόνον οι μεγάλες
επιχειρήσεις έχουν
απρόσκοπτη πρόσβαση στο
τραπεζικό σύστημα.
Η εικόνα του ισολογισμού
των τραπεζών από την
πλευρά του ενεργητικού
(ποσά σε εκατ.
ευρώ)
|
Ιούνιος 2024
|
2023
|
Μεταβολή
|
Ταμείο και
διαθέσιμα στην
κεντρική
τράπεζα
|
34.121
|
36.973
|
-2.852
|
Απαιτήσεις κατά
πιστωτικών
ιδρυμάτων
|
7.751
|
8.003
|
-251
|
Δάνεια (μετά από
προβλέψεις)
|
159.507
|
157.675
|
1.832
|
Παράγωγα
χρηματοπιστωτικά
μέσα
|
4.671
|
4.966
|
-295
|
Χρεόγραφα
|
68.742
|
64.979
|
3.762
|
Συμμετοχές,
ενσώματες και
ασώματες
ακινητοποιήσεις
|
11.713
|
11.038
|
675
|
Στοιχεία
ενεργητικού
διαθέσιμα προς
πώληση
|
7.546
|
7.554
|
-7
|
Λοιπά στοιχεία
ενεργητικού
|
27.460
|
27.752
|
-292
|
Σύνολο
|
321.510
|
318.940
|
2.570
|
Πού
οφείλεται η πιστωτική
καχεξία
Για την
πιστωτική αυτή καχεξία
διατυπώνεται έντονη
κριτική, μεταξύ άλλων
και από την κυβέρνηση,
για αναποτελεσματικότητα
και απροθυμία των
τραπεζών να
δανειοδοτήσουν την
οικονομία. Κριτική έχει
διατυπωθεί και για τον
περιορισμένο ανταγωνισμό
στην τραπεζική αγορά,
αποτέλεσμα της
υπερβολικής συγέντρωσης
δυνάμεων που
πραγματοποιήθηκε κατά τη
διάρκεια της κρίσης με
την Eurobank, Εθνική, Πειραιώς και Alpha να
απορροφούν σχεδόν το
σύνολο των τραπεζών που
δραστηριοποιούνταν στη
χώρα.
Απέναντι
στην κριτική αυτή οι
διοικήσεις των μεγάλων
τραπεζών επισημαίνουν
μια σειρά σοβαρών
αντεπιχειρημάτων με
πρώτο πρώτο την
περιορισμένη ζήτηση απο
πλευράς νοικοκυριών αλλά
και μεσαίων
επιχειρήσεων.
Ωστόσο
πέραν της χαμηλής
ζήτησης υπάρχει μια
σειρά δομικών λόγων
που εμποδίζουν την
πρόσβαση των
επιχειρήσεων στο
τραπεζικό σύστημα με
βασικότερους το μικρό
μέγεθος των επιχειρήσεων
και την μεγάλη έκταση
φοροδιαφυγής,
ζήτημα το οποίο
απασχολεί πολύ και την
κυβέρνηση. Ακόμα
χειρότερη είναι η εικόνα
στους ελεύθερους
επαγγελματίες όπου η
μεγάλη πλειοψηφία δηλώνουν χαμηλά
εισοδήματα.
Το μικρό
μέγεθος των
επιχειρήσεων, η
εσωστρέφεια και η μη
δήλωση των εισοδημάτων
εξακολουθούν να
αποτελούν και σήμερα
βασικά προβλήματα. Με
άλλα λόγια παρά τις
μεγάλες αλλαγές που
προκάλεσε στην εγχώρια
οικονομία η χρεοκοπία
και τα μνημόνια η δομή
και ο τρόπος λειτουργίας
των περισσοτέρων
επιχειρήσεων παρέμεινε
ανέπαφος.
Σημειώνεται ότι, σε
αντίθεση με τον
προηγούμενο κύκλο
πιστωτικής επέκτασης,
όταν οι τράπεζες δεν
έδιναν ιδιαίτερη προσοχή
στα επίσημα φορολογικά
στοιχεία για την
αξιολόγηση των
δανειοληπτών – κάτι που
κορυφώθηκε στα μέσα της
δεκαετίας του 2000 –
σήμερα εποπτεύονται από
την ΕΚΤ και
ακολουθούν αυστηρούς
κανόνες και απαιτήσεις,
ενώ οι εποπτικοί έλεγχοι
είναι διαρκείς και
συστηματικοί. Με άλλα
λόγια δεν μπορούν να
δώσουν δάνεια σε
επιχειρήσεις και
νοικοκυριά που δεν
δηλώνουν στις
φορολογικές αρχές τα
εισοδήματά τους.
Επιπλέον
ένα μεγάλο μέρος των
επιχειρήσεων όπως και
των νοικοκυριών στα
χρόνια της κρίσης είχαν
βρέθει στις λίστες της Τειρεσίας και
ακόμα δεν μπορούν να
δανειοδοτηθούν.
Τέλος,
οι τράπεζες, απουσία
ασφάλειας δικαίου,
αποφεύγουν να
δανειοδοτήσουν μικρές
επιχειρήσεις και
νοικοκυριά όπου θεωρούν
ότι υπάρχουν αυξημένα
ποσοστά αθέτησης ενω η
ανάκτηση της οφειλής
είναι πολύ δύσκολη και
κοστοβόρα υπόθεση με
κίνδυνο να προκαλέσει
και πολιτικές
παρεμβάσεις.
Είναι
χαρακτηριστικό ότι στο
πρώτο εξάμηνο το ποσοστό
των μη εξυπηρετούμενων
δανείων μεγάλων
επιχειρήσεων διαμορφώθηκε
σε 2,6% ενώ στις μικρές
και μεσαίες επιχειρήσεις στο 10,6% και στους επαγγελματίες και
τις πολύ
μικρές επιχειρήσεις στο 21,9%.
Έτσι
απουσία ικανού αριθμού
αξιόχρεων επιχειρήσεων,
επαγγελματιών και
ιδιωτών οι τράπεζες
επιλέγουν να επενδύουν
την ρευστότητά τους σε
κρατικά ομόλογα όπου
επιτυγχάνουν σημαντικές
αποδόσεις αποφεύγοντας
τον πιστωτικό κίνδυνο.
Πηγή:
Business Daily
|