Όπως
γράφει η Αρτεμις
Σπηλιώτη στην Ημερησία,
σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα
υψηλότερα επιτόκια και
οι χαμηλότερες
επενδύσεις οδήγησαν με
μείωση της ζήτησης ενώ
οι πρόσφατες μειώσεις
επιτοκίων από την ΕΚΤ
συνέβαλαν στον
περιορισμό του κόστους
δανεισμού των
επιχειρήσεων στο β’
6μηνο της χρονιάς.
Στην
Ευρώπη το γ΄ τρίμηνο του
2024 σημειώθηκε ήπια
αύξηση στη
ζήτηση δανείων από τις
επιχειρήσεις, για πρώτη
φορά από το γ΄ τρίμηνο
του 2022, καθοδηγούμενη
από τις μικρομεσαίες
επιχειρήσεις.
Σημαντική απόκλιση
Σημειώνεται ότι
σημαντική απόκλιση
μεταξύ των χωρών της
ζώνης του ευρώ, με τις
τράπεζες στη Γερμανία,
την Ισπανία και τη
Γαλλία να αναφέρουν
αύξηση της ζήτησης, ενώ
εκείνες στην Ιταλία και
σε οχτώ από τις
υπόλοιπες δεκαέξι χώρες
ανέφεραν μείωση. Η
καθαρή αύξηση της
ζήτησης για δάνεια
οφείλεται κυρίως στη
μείωση των επιτοκίων, με
περιορισμένη συνεισφορά
από τις επενδύσεις σε
πάγια κεφάλαια, έπειτα
από περίπου δύο χρόνια
αρνητικής επίδρασης από
αυτούς τους παράγοντες.
Ειδικότερα, η
χρηματοδότηση των μη
χρηματοπιστωτικών
επιχειρήσεων (ΜΧΕ) από
τα εγχώρια νομισματικά
χρηματοπιστωτικά
ιδρύματα (ΝΧΙ)
αντιπροσωπεύει το 58%
της συνολικής
χρηματοδότησης του
ιδιωτικού τομέα στη
χώρα (βλ. Διάγραμμα ΙΙ.5
σελ 30).
Ο
ετήσιος ρυθμός μεταβολής
της χρηματοδότησης των
ΜΧΕ από τα ΝΧΙ τον
Αύγουστο του 2024
παρέμεινε θετικός
(10,5%), κινούμενος σε
υψηλότερα επίπεδα σε
σύγκριση με το Δεκέμβριο
του 2023 (5,8%) και τον
Αύγουστο του 2023 (2,4%,
βλ. Διάγραμμα ΙΙ.6 σελ
30).
Στην
εξέλιξη αυτή συνέβαλε
και η επιτάχυνση των
εκταμιεύσεων τραπεζικών
δανείων που συνδέονται
με το Μηχανισμό
Ανάκαμψης και
Ανθεκτικότητας (RRF), η
συμβολή των οποίων
εκτιμάται σε 10%
περίπου.
Όπως
σημειώνεται στην έκθεση
Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας ι, τόσο για
τα υφιστάμενα όσο και
για τις νέες συμβάσεις
δανείων προς ΜΧΕ, τα
επιτόκια των ελληνικών
τραπεζών είναι μεταξύ
των υψηλότερων στη ζώνη
του ευρώ. Επισημαίνεται
ότι η μείωση των
επιτοκίων δανεισμού
επιδρά σημαντικά στη
μείωση του κόστους
λειτουργίας των
επιχειρήσεων.
Τον
Ιούλιο του 2024 οι
χρηματοδοτήσεις προς τις
επιχειρήσεις, με
στοιχεία εντός
ισολογισμού, ανήλθαν σε
115 δισεκ. ευρώ,
αποτελώντας περίπου το
76,1% της συνολικής
χρηματοδότησης του
ιδιωτικού τομέα από τα
ελληνικά πιστωτικά
ιδρύματα.
Ο λόγω
των Μη Εξυπηρετούμενων
Δανείων στο
επιχειρηματικό
χαρτοφυλάκιο
διαμορφώθηκε σε 5,9% και
οφείλεται κυρίως στο
υψηλό ποσοστό των ΜΕΔ
των μικρομεσαίων (10,6%)
και των πολύ μικρών
επιχειρήσεων (21,9%).
Σε ότι
αφορά τη διάρθρωση των
χρηματοδοτήσεων στους
κλάδους της ελληνικής
οικονομίας, η μεγαλύτερη
συγκέντρωση αφορά τις
χρηματοπιστωτικές
επιχειρήσεις, ήτοι το
24% των συνολικών
χρηματοδοτήσεων προς
επιχειρήσεις με τον
δείκτη ΜΕΔ του εν λόγω
κλάδου να είναι στο 0,7%
πολύ χαμηλότερα από τον
μέσο όρου του
αντίστοιχου δείκτη των
επιχειρηματικών δανείων.
Το δεύτερο χαμηλότερο
ποσοστό ΜΕΔ αφορά τον
κλάδο των μεταφορών
(2,4%).
Τα
κόκκινα δάνεια
Τα
υψηλότερα ποσοστά ΜΕΔ
καταγράφονται στους
κλάδους της αγροτικής
δραστηριότητας (22,1%),
της εστίασης (21,1), των
κατασκευών (17,3%), του
εμπορίου (11,7%), της
μεταποίησης (10,3%) και
των τηλεπικοινωνιών,
πληροφορικής και
ενημέρωσης (6,8%).
Υψηλά
ποσοστά καταγράφονται
και σε επιμέρους κλάδους
της μεταποίησης, όπως ο
κλάδος της
κλωστοϋφαντουργίας
(26,7%), των λοιπών
μεταποιητικών
δραστηριοτήτων (23,3%)
και της βιομηχανίας
χάρτου, ξύλου και
επίπλων (20,5%) τα οποία
όμως αφορούν μικρότερα
υπόλοιπα χορηγήσεων και
συνεπώς έχουν μικρή
επίδραση στη διαμόρφωση
του συνολικού δείκτη ΜΕΔ
του κλάδου της
μεταποίησης
|