Το
μέγεθος της ζημίας της
αγοράς αποτυπώνεται
γλαφυρά στην
κεφαλαιοποίηση της
αγοράς, η οποία μετά και
τις δραματικές εξελίξεις
στο ρωσο-ουκρανικό
μέτωπο έχει
«προσγειωθεί» στα 97
δισ. ευρώ. Την ώρα
μάλιστα που μόλις την
Παρασκευή, πριν δηλαδή
οι πολιτικές εξελίξεις
στο κυβερνητικό
στρατόπεδο επαναφέρουν
τον πολιτικό κίνδυνο
στην επενδυτική εξίσωση,
ήταν πάνω από τα 101
δισ. ευρώ. Έχασε δηλαδή
μέσα σε δύο συνεδριάσεις
πάνω από 4 δισ.
Μάλιστα,
στις 12 Νοεμβρίου, όταν
η αγορά κορύφωσε, όπως
όλα δείχνουν, την
ανοδική κίνηση ενός
παραδοσιακά θετικού
μήνα, η συνολική
κεφαλαιοποίηση στο
Χρηματιστήριο Αθηνών
πλησίαζε τα 110 δισ.
ευρώ, δείχνοντας ότι
μπορεί να αφήσει το
άτυπο ορόσημο των 100
δισ. πίσω της. Δηλαδή
μέσα σε μία εβδομάδα
ακριβώς έχασε η αγορά
πάνω από 12 δισ. ευρώ.
Η κόπωση
της συσσώρευσης
Η
δεκάμηνη πλέον
συσσώρευση της αγοράς
εντός του βασικού εύρους
διακύμανσης, δηλαδή
μεταξύ 1.400 – 1.450
μονάδων, με εξαιρέσεις
εκατέρωθεν, δείχνει να
σπάει επιβεβαιώνοντας το
αρνητικό σενάριο, στη
σκιά του τριπλού μετώπου
που ανακόπτει κάθε
διάθεση ανάληψης ρίσκου
τόσο από τα εγχώρια όσο
και από τα ξένα
χαρτοφυλάκια.
Άλλωστε,
οι ξένοι έδειχναν
σταθερά τάσεις εκροής
τους προηγούμενους
μήνες, με εξαίρεση τον
Οκτώβριο, τα στοιχεία
του οποίου όμως δεν
είναι συγκρίσιμα λόγω
του placement της
Εθνικής.
Την ίδια
ώρα, η κόπωση που έχει
προκαλέσει η 10μηνη
συσσώρευση και στα
εγχώρια χαρτοφυλάκια
δημιούργησε τις συνθήκες
για μία εκ νέου κίνηση
στην ζώνη των 1.300
μονάδων, μόλις τα
σύννεφα εντός και εκτός
της χώρας εμφανίστηκαν.
Και αυτό
παρά το γεγονός ότι η
αγορά συνεχίζει να είναι
φθηνή, με τα μέχρι τώρα
αποτελέσματα να είναι
ενθαρρυντικά, χωρίς
ακόμα να έχουν
αποτυπωθεί αναλόγως στο
ταμπλό. Όπως άλλωστε δεν
έχει αποτυπωθεί και η
σταθερή, πέριξ του 2%
ανάπτυξης της ελληνικής
οικονομίας.
Η
«τριπλέτα» των ανησυχιών
στο χρηματιστήριο Αθηνών
Ο
ξεκάθαρος, πλέον,
πτωτικός βηματισμός της
αγοράς δεν είναι αυτός
που θεωρητικά δικαιούται
υπό το πρίσμα των
θετικών επιχειρηματικών
νέων και αποτελεσμάτων,
καθώς υπερισχύουν άλλοι
λόγοι του δύσκολου
εσωτερικού και διεθνούς
περιβάλλοντος, αλλά και
της φύσης της
διαχειριστικής περιόδου
την οποία διανύουμε.
Αρχικά,
ο γεωπολιτικός κίνδυνος
από το 2022, αν και δεν
είχε εξαιρεθεί από τα
διεθνή χαρτοφυλάκια,
έδειχνε να μην επηρεάζει
παρά μόνο συγκυριακά την
ελληνική αγορά. Και
τούτο μάλιστα
επιβεβαιώνεται στη
μεγάλη εικόνα, καθώς η
χαμηλή βάση από την
οποία άρχισε η μεγάλη
άνοδος της αγοράς από
τον Οκτώβριο του 2022
δεν πέρασε απαρατήρητη
διεθνώς.
Ωστόσο,
τους τελευταίους μήνες,
με αποκορύφωμα και το
αποτέλεσμα των
αμερικανικών εκλογών
(5/11), η ευαισθησία της
ελληνικής αγοράς έδειξε
ότι είναι μεγάλη, με τις
υφέρπουσες ανησυχίες να
εξαντλούν τις όποιες
ανοδικές κινήσεις εντός
των γνώριμων πλέον
υδάτων των 1.400 – 1.450
μονάδων.
Στο
μεταξύ εγχωρίως, οι
ευρωεκλογές του
περασμένου Ιουνίου
“μεταμόρφωσαν”
κυριολεκτικά μια
κυβέρνηση που μέχρι τότε
έδειχνε σε αρκετές
περιπτώσεις το
φιλοεπενδυτικό της
προσανατολισμό, σε μια
πιο εσωστρεφή και
παρωχυμένη κατεύθυνση.
Ενδεικτικό άλλωστε είναι
το γεγονός ότι μέσα στο
καλοκαίρι προκάλεσε
τεράστιες αναταράξεις
στην αγορά με την
έκτακτη φορολόγηση των
υπερκερδών των
διυλιστηρίων, ενώ τώρα
φέρνει τον έκτακτο
μηχανισμό ανάκτησης
εσόδων από τους
ηλεκτροπαραγωγούς.
Και σαν
να μην έφτανε αυτό,
δημιουργείται και ένα
κλίμα εσωκομματικής
αμφισβήτησης στο
κυβερνών κόμμα, με τη
διαγραφή ενός πρώην
πρωθυπουργού, την ώρα
μάλιστα που σήμερα
κατατίθεται ο
προϋπολογισμός, ενώ από
τις αρχές της νέας
χρονιάς, δηλαδή σε
λιγότερο από δύο μήνες
από τώρα, θα
πραγματοποιηθεί η
ψηφοφορία για τον/την
Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Λάθος
κατεύθυνση
Πλέον η
αγορά έχει πάρει την
κλίση που βρισκόταν στο
χαμηλό άκρο των
πιθανοτήτων, με τις
δυνάμεις που διατέθηκαν
για τη διατήρηση των
1.380 μονάδων να
δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι
διαθέσεις είναι
αρνητικές. Η χθεσινή
διάσπαση μας φέρνει
αναγκαστικά στη ζώνη των
1.300 μονάδων, με τον
στόχο των 1.460 μονάδων,
όπου και θα αλλάξει η
εικόνα να μοιάζει πλέον
πολύ μακρινός.
Και σε
επίπεδο FTSE 25 οι 3.3ο0
μονάδες πλέον μοιάζουν
πιο κοντά, όπως και οι
1.140 μονάδες στον
τραπεζικό δείκτη, με τα
περιθώρια πτώσης πλέον
να δοκιμάζουν και τα
stop loss της αγοράς.
Πηγή:
Οικονομικός Ταχυδρόμος
|