Οι δελεαστικές
αποδόσεις των κρατικών ομολόγων και ο φόβος του πληθωρισμού
θα παρασύρουν περισσότερους Ιταλούς επενδυτές στο να
αγοράσουν προϊόντα σταθερού εισοδήματος το 2023,
προσφέροντας κάποια βοήθεια στο υπουργείο Οικονομικών της
Ιταλίας, ακριβώς την ώρα που η ΕΚΤ αποσύρει τη στήριξή της.
Όπως έγραψε σε πρόσφατη ανάλυση του το Reuters, το επόμενο
έτος αναμένεται να είναι δύσκολο για την υπερχρεωμένη
Ιταλία, διότι η ΕΚΤ θα αρχίσει να μειώνει το χαρτοφυλάκιο
ομολόγων της. Οι μεσοπρόθεσμες και οι μακροπρόθεσμες μεικτές
χρηματοδοτικές ανάγκες της Ρώμης διαμορφώνονται στα 310-320
δισ. ευρώ, έναντι των 278 δισ. το 2022, όπως είχε προσφάτως
ανακοινώσει το υπουργείο Οικονομικών της Ιταλίας. Για να
ενισχύσει, δε, τη σχέση του με τους μικροκαταθέτες το
υπουργείο δήλωσε ότι ενδέχεται να προωθήσει στην αγορά νέα
στοχευμένα χρεόγραφα. Το 2022 προώθησε δύο κρατικά ομόλογα
αξίας πάνω από 21 δισ. ευρώ, τα οποία συνδέονται με τον
πληθωρισμό, εκ των οποίων το 75% αγοράστηκε από
μικροκαταθέτες. Οι υψηλότερες αποδόσεις θεωρούνται «κλειδί»
για τους ιδιώτες επενδυτές, δήλωσε o Λούκα Μετζόμο,
διευθυντής μακροοικονομικής ανάλυσης στο τμήμα ερευνών της
τράπεζας Intesa Sanpaolo. Καθώς η απόδοση του ιταλικού
10ετούς ομολόγου αναμένεται να παραμείνει πάνω από 4% σε
τουλάχιστον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, όπως επισημαίνουν
αναλυτές, οι μικροκαταθέτες εκτιμάται πως θα αγοράσουν πιο
πολλά χρεόγραφα – πάντως δεν θα είναι αρκετά για να
αντικαταστήσουν την τεράστια δύναμη πυρός της ΕΚΤ.
«Οι μικροεπενδυτές
θα μπορούσαν να έχουν μεγαλύτερο ρόλο σε σύγκριση με το
2022», δήλωσε ο Λούκα Κατζουλάνι, διευθυντής στρατηγικής
έρευνας της τράπεζας UniCredit. Ταυτόχρονα, οι Ιταλοί
δείχνουν επιφυλακτικοί μετά τις απανωτές πτώσεις των διεθνών
κεφαλαιαγορών, οι οποίες τους ανάγκασαν να τοποθετούν
περισσότερα χρήματα στους τραπεζικούς λογαριασμούς. Η τάση
αυτή οξύνθηκε λόγω της πανδημίας, όταν οι περιορισμοί στην
οικονομική δραστηριότητα και την κίνηση περιόρισαν την
κατανάλωση. Το δεύτερο τρίμηνο του 2022 οι τραπεζικές
καταθέσεις των ιταλικών νοικοκυριών ανήλθαν στο 30,6% του
συνόλου των χρηματοοικονομικών στοιχείων τους, έναντι του
ιστορικού μέσου όρου του 22,8%. «Είναι ρεκόρ από την έναρξη
της νομισματικής ένωσης», είπε ο Μετζόμο, προσθέτοντας ότι
μέρος από αυτή τη ρευστότητα πιθανώς να μπορούσε να
μετακινηθεί στο ιταλικό χρέος. Σύμφωνα με τα στοιχεία της
UniCredit, φέτος η ΕΚΤ αγόρασε ιταλικά περιουσιακά στοιχεία
αξίας περίπου 40-45 δισ. ευρώ. Αντίθετα, ο Κατζουλάνι
προβλέπει καθαρές πωλήσεις 15-25 δισ. ευρώ το 2023, ανάλογα
με τον τρόπο με τον οποίο η Φρανκφούρτη βαθμονομεί την
πολιτική σύσφιξης μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης. |