Η εισβολή της
Ρωσίας στην Ουκρανία φαίνεται πως θα επηρεάσει τις
βραχυπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης και πληθωρισμού στον
προηγμένο κόσμο.
Όπως έγραψαν σε
πρόσφατη ανάλυση τους οι οικονομολόγοι της Βerenberg Bank,
Holger Schmieding, Kallum Pickering και Salomon Fiedler,
πάντως, εξαιρουμένων κάποιων ακραίων σεναρίων, τα οποία δεν
θεωρούμε πιθανά, αναμένουμε πως τα στέρεα θεμελιώδη
οικονομικά μεγέθη θα επιβεβαιώσουν εαυτούς και θα συμβάλουν
σε αύξηση πραγματική και ονομαστική του ΑΕΠ άνω της
τρέχουσας τάσης τόσο για το 2022 όσο και για το 2023
συνολικά και στις δύο όχθες του Ατλαντικού. Αν και η
εντεινόμενη αβεβαιότητα προκαλεί αναστάτωση στις αγορές, μια
πραγματική χρηματοπιστωτική κρίση παραμένει εξαιρετικά
απίθανη, κατά την εκτίμησή μας. Το τι θα συμβεί στις τιμές
των καυσίμων, των τροφίμων και των πρώτων υλών είναι ακόμα
δυσκολότερο να προβλεφθεί απ’ ό,τι συνήθως. Το ίδιο ισχύει
για το πλήγμα στην εμπιστοσύνη και τον αντίκτυπό του στις
καταναλωτικές δαπάνες και τις επενδύσεις.
Ας σκεφθούμε,
λόγου χάριν, ότι ο δυνητικός αντίκτυπος θα είναι άνοδος της
τιμής του πετρελαίου στα 120 δολ./βαρέλι και αντίστοιχα του
φυσικού αερίου. Στην Ευρωζώνη, αυτό θα αύξανε τον μέσο όρο
πληθωρισμού το 2022 από το 3,5% στο 4,5%. Ενδεχομένως
εξαιτίας της ακριβότερης ενέργειας και του κλονισμού της
εμπιστοσύνης, το πραγματικό ΑΕΠ στην Ευρωζώνη να παρουσίαζε
μικρότερη αύξηση από το 4,3% στο 3,7%. Στην περίπτωση του
Ηνωμένου Βασιλείου θα αναθεωρούσαμε προς τα πάνω τις
προβλέψεις μας για πληθωρισμό στο 6,3% φέτος και το 2,8% του
χρόνου, από 5,8% και 2,6% αντιστοίχως. Φέτος η αύξηση του
ΑΕΠ της χώρας ίσως να διαμορφωθεί στο 4,3% αντί του 4,8%,
εάν ισχύσει αυτό το σενάριο. Πάντως, σε μια τέτοια εξέλιξη
οι προοπτικές για τις κεντρικές τράπεζες δεν θα μεταβληθούν
σημαντικά.
Από τη μια
πλευρά η άνοδος τιμών σε καύσιμα και τρόφιμα επιτείνει τον
κίνδυνο ο πληθωρισμός να εδραιωθεί έτι περαιτέρω. Από την
άλλη, η επιβράδυνση των καταναλωτικών δαπανών και ο
ασυνήθιστος βαθμός αβεβαιότητας δικαιολογούν μια
αυτοσυγκράτηση. Παρά ταύτα συνεχίζουμε να αναμένουμε ότι η
ΕΚΤ θα επισπεύσει τον ρυθμό αναδίπλωσης στη συνεδρίαση της
10ης Μαρτίου, χωρίς, ωστόσο, να δώσει προς το παρόν σαφή
κατευθυντήρια γραμμή για το χρονοδιάγραμμα της πρώτης
αύξησης επιτοκίων. Εάν, τώρα, εξελιχθούν τα πράγματα ώστε να
φθάσει γρήγορα τα 150 δολάρια το βαρέλι το πετρέλαιο και τα
120 δολάρια στις αρχές του 2023, τότε ο ετήσιος πληθωρισμός
θα ανέλθει μία ποσοστιαία μονάδα και το πλήγμα στα
πραγματικά εισοδήματα θα περιστείλει την ετήσια ανάπτυξη 0,7
της ποσοστιαίας μονάδας σε σχέση με το προαναφερθέν σενάριο
σε Ευρωζώνη και Βρετανία. |