Με το κεντρικό
μας σενάριο στο GFF να είναι πως και οι τελικές αυξήσεις των
επιτοκίων των μεγάλων κεντρικών τραπεζών θα είναι τελικά
λιγότερες. Και πως μετά από αυτές τις λιγότερες αυξήσεις τη
φετινή χρονιά (2022), το 2023 θα ανοίξει και πάλι συζήτηση
για μικρές μειώσεις των επιτοκίων, σε μια προσπάθεια να
τονωθεί και πάλι η παγκόσμια οικονομία. Κόκκινο χτυπάει η
διαμάχη που είναι σε εξέλιξη στους κόλπους της ΕΚΤ ανάμεσα
στα «γεράκια» και στις «περιστερές», ανάμεσα σε όσους ζητούν
επιθετική αύξηση επιτοκίων για να αναχαιτισθεί ο πληθωρισμός
και σε όσους παραμένουν επιφυλακτικοί φοβούμενοι τον
αντίκτυπο στην παραπαίουσα ανάπτυξη. Η διαμάχη θα ενταθεί
περαιτέρω μέσα στην εβδομάδα, καθώς πλησιάζει η συνεδρίαση
της 9ης Ιουνίου, οπότε θα πρέπει να ληφθούν αποφάσεις, και
τα τελευταία στοιχεία ενδεχομένως θα δείχνουν έναν ακόμη
υψηλότερο πληθωρισμό.
Οι εκτιμήσεις
των οικονομολόγων συγκλίνουν σε μια περαιτέρω επιτάχυνση του
πληθωρισμού της Ευρωζώνης στο 7,8% κατά μέσον όρο. Την ίδια
στιγμή, παρασκηνιακά εντείνονται οι αντιπαραθέσεις ανάμεσα
στο προσωπικό της ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη και στις κεντρικές
τράπεζες των χωρών-μελών της Ευρωζώνης, καθώς ετοιμάζουν τις
εκτιμήσεις για τα κρίσιμα οικονομικά μεγέθη που θα
παρουσιάσουν στην πρόεδρο Κριστίν Λαγκάρντ. Πρόκειται για τα
στοιχεία που θα δώσει στη δημοσιότητα η Τράπεζα την επόμενη
εβδομάδα και αναμένεται να διακυβεύσουν τη νομισματική
πολιτική της ΕΚΤ για το εγγύς μέλλον, το πόσο γρήγορα και
πόσο επιθετικά θα αποφασίσει να αυξήσει το κόστος του
δανεισμού. Η δημοσιοποίησή τους άρχισε από χθες με πρώτες
την Ισπανία, όπου ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε τον Μάιο στο
8,5% από το 8,3% του Απριλίου, και τη Γερμανία, όπου ο
δείκτης εκτοξεύθηκε πλέον στο 8,7% υπερβαίνοντας κατά πολύ
τις προβλέψεις για 8,1%. Θα ακολουθήσουν σήμερα τα σχετικά
στοιχεία από Γαλλία, Ιταλία, Αυστρία, Πορτογαλία, Σλοβενία
και για το σύνολο της Ευρωζώνης.
Όπως πριν από
μερικές ημέρες έγραφε σε άρθρο του το Bloomberg, o διοικητής
της Τράπεζας της Ολλανδίας, Κλάας Κνοτ, που έχει τονίσει ότι
δεν θα απέκλειε μια επιθετική αύξηση 50 μονάδων βάσης,
αντίστοιχη δηλαδή με την πρόσφατη της αμερικανικής Federal
Reserve, τονίζει πως πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στον
πληθωρισμό και σε όσους δείκτες σχετίζονται με τις αυξήσεις
των τιμών. Στο μεταξύ, σε blog της ΕΚΤ η Κριστίν Λαγκάρντ
σκιαγράφησε την περασμένη εβδομάδα το χρονοδιάγραμμα της
στροφής σε «κανονική» νομισματική πολιτική. Στο πλαίσιο του
σχετικού άρθρου της τόνισε πως «ακόμη κι αν υποχωρήσουν τα
σοκ που έχουν προκαλέσει πρόβλημα στην προσφορά, η
αποπληθωριστική δυναμική του παρελθόντος δεν πρόκειται να
επανεμφανιστεί». Αναίρεσε, έτσι, τη θεωρία που είχε
επανειλημμένως υποστηρίξει στη διάρκεια του περασμένου έτους,
ότι μέσα στο 2022 θα χαλάρωνε το έμφραγμα της εφοδιαστικής
αλυσίδας και μαζί του θα υποχωρούσαν και οι πληθωριστικές
πιέσεις. Αναπόφευκτα κατέληξε στο συμπέρασμα πως στην
παρούσα συγκυρία επιβάλλεται η νομισματική πολιτική να
επανέλθει σε πιο κανονικά επίπεδα. Σκιαγράφησε επιπλέον τα
τρία πιθανά σενάρια σχετικά με τις επόμενες κινήσεις της ΕΚΤ,
που προβλέπουν τερματισμό των αγορών ομολόγων τον Ιούνιο,
πρώτη αύξηση των επιτοκίων τον Ιούλιο και επιστροφή των
επιτοκίων σε θετικό πρόσημο τον Σεπτέμβριο. Επιβεβαιώνοντας
αυτό το χρονοδιάγραμμα, ο επικεφαλής των οικονομολόγων της
ΕΚΤ Φίλιπ Λέιν χαρακτήρισε χθες «ρυθμό αναφοράς» τις δύο
ισόποσες αυξήσεις των επιτοκίων τον Ιούλιο και τον
Σεπτέμβριο. Το πώς θα κινηθεί τελικά η Τράπεζα και πώς
ακριβώς θα υλοποιήσει τα σχέδιά της αποτελεί αυτή τη στιγμή
αντικείμενο ένθερμης αντιπαράθεσης, καθώς ορισμένα στελέχη
ζητούν τουλάχιστον να μην αποκλειστεί η επιλογή των πολύ πιο
επιθετικών κινήσεων. Ανάμεσά τους ο κ. Κνοτ, ο Αυστριακός
ομόλογός του Ρόμπερτ Χόλτζμαν και ο Λετονός Μάρτινς Κάζακς.
Στην ίδια πορεία και ο πρόεδρος της Bundesbank Γιοακίμ
Νάγκελ, που έχει ταχθεί υπέρ μιας πιο επιθετικής στροφής με
τρεις αυξήσεις επιτοκίων, ώστε αυτά να βρίσκονται σε θετικό
πρόσημο μέχρι το τέλος του έτους.
Στον αντίποδα
βρίσκεται ο Γάλλος ομόλογός του Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό,
που μιλώντας στην τηλεόραση του Bloomberg την περασμένη
εβδομάδα σημείωσε πως «είναι σαφές ότι δεν υπάρχει συναίνεση
για μια αύξηση επιτοκίων κατά μισή εκατοστιαία μονάδα».
Επιπλέον εξέφρασε την εκτίμηση ότι τα επιτόκια θα βρίσκονται
το επόμενο έτος σε ένα επίπεδο που θεωρείται ουδέτερο, υπό
την έννοια ότι ούτε τονώνει ούτε περιορίζει την οικονομία. Ο
κ. Ντε Γκαλό είναι ανάμεσα στα στελέχη που αναμένεται να
τοποθετηθούν προτού αρχίσει η περίοδος προ των αποφάσεων,
στη διάρκεια της οποίας δεν υπάρχουν δημόσιες τοποθετήσεις.
Αναμένονται, άλλωστε, και οι τοποθετήσεις άλλων στελεχών που
συνήθως θεωρούνται υπέρμαχοι της χαλαρής νομισματικής
πολιτικής, όπως ο διοικητής της Τράπεζας της Ιταλίας,
Ιγνάσιο Βίσκο, και ο ομόλογός του της Τράπεζας της Ισπανίας,
Πάμπλο Χερνάντεζ ντε Κος. Στο μεταξύ, ο Φίλιπ Λέιν θα
συγκεντρώνει τις εκτιμήσεις των κρατών-μελών για τα
τελευταία οικονομικά μεγέθη τους. |