Σε ένα στοίχημα που
έχει συζητηθεί πάρα πολύ εδώ και πολλά χρόνια, τουλάχιστον
1-2 δεκαετίες, αναφορικά με το πότε η κινεζική οικονομία θα
γίνει η Νο1 παγκόσμια δύναμη παγκοσμίως. Η
Κίνα δεν θα
μπορέσει τελικά να ξεπεράσει τις ΗΠΑ για
να γίνει η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, κάτι που πριν
από την πανδημία αναμενόταν να συμβεί στις αρχές της
δεκαετίας του 2030. Αυτό ήτανε το συμπέρασμα της έρευνας
του Bloomberg Economics,
με όλο και περισσότερους να εκφράζουνε την ανησυχία τους για
τα όσα συμβαίνουνε στην κινεζική οικονομία.
Σύμφωνα με τις νέες
εκτιμήσεις των αναλυτών, το ΑΕΠ της Κίνας θα ξεπεράσει
εκείνο των ΗΠΑ μόνο στα μέσα της δεκαετίας του 2040, αλλά
ακόμα και τότε, η διαφορά θα είναι οριακή και πρόσκαιρη,
καθώς η κινεζική οικονομία θα υποχωρήσει και πάλι στη
δεύτερη θέση.
«Η Κίνα κατεβάζει
ταχύτητες προς ένα πιο αργό μονοπάτι ανάπτυξης νωρίτερα από
ό,τι αναμενόταν», σημειώνουν οι αναλυτές του Bloomberg
Economics. «Η μεταπανδημική ανάκαμψη έχει ξεφουσκώσει,
αντανακλώντας τη βαθύτερη πτώση των ακινήτων και τη μείωση
της εμπιστοσύνης στη διαχείριση της οικονομίας εκ μέρους του
Πεκίνου. Η αδύναμη εμπιστοσύνη κινδυνεύει να παγιωθεί, κάτι
που θα έχει μακροχρόνιες επιπτώσεις στη δυνητική ανάπτυξη».
Σύμφωνα με τις
προβλέψεις τους, η κινεζική οικονομία θα επιβραδυνθεί στο
3,5% το 2030 και κοντά στο 1% το 2050. Πρόκειται για
υποβάθμιση των εκτιμήσεων, που μιλούσαν για ρυθμούς
ανάπτυξης 4,3% και 1,6% αντίστοιχα.
Η δεύτερη μεγαλύτερη
οικονομία του πλανήτη εμφάνισε ανάπτυξη 3% πέρυσι, δηλαδή
έναν από τους χαμηλότερους ρυθμούς εδώ και δεκαετίες, καθώς
τα περιοριστικά μέτρα για την πανδημία και η κρίση των
ακινήτων έπληξαν την οικονομική δραστηριότητα. Η άρση των
περιοριστικών μέτρων δημιούργησε ελπίδες για ανάκαμψη των
ρυθμών ανάπτυξης, αλλά αυτή απογοητεύει, καθώς οι εξαγωγές
υποχωρούν και η κρίση στο real estate βαθαίνει. Οι
οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Bloomberg
υποβάθμισαν τις προβλέψεις τους για την ανάπτυξη του 2024
κάτω από το 5%.
Μπροστά στη νέα
πραγματικότητα, ΗΠΑ και G7 εξετάζουν κατά πόσον τα δομικά
προβλήματα της Κίνας αποτελούν μια ευκαιρία για τη Δύση να
ενισχύσει τη θέση της απέναντι σε έναν γεωπολιτικό αντίπαλο
που αποδυναμώνεται, όμως την ίδια στιγμή, δεν αγνοούν και
τις παρενέργειες που θα προκαλέσει στην παγκόσμια οικονομία
η επιβράδυνση της Κίνας.
Αλλωστε, είναι πλέον
σαφές ότι η Κίνα αντιμετωπίζει βαθιές, μακροπρόθεσμες
προκλήσεις. Η μείωση του πληθυσμού της το 2022, για πρώτη
φορά από τη δεκαετία του 1960, γεννάει ανησυχίες για
εξασθένηση της παραγωγικότητας. Και την ίδια στιγμή, ο
έλεγχος που ασκούν οι Αρχές στον επιχειρηματικό τομέα
κλιμακώνει τις γεωπολιτικές εντάσεις με τις ΗΠΑ και άλλες
δυτικές κυβερνήσεις.
Αντίθετα, η
αμερικανική οικονομία φαίνεται να βρίσκεται σε καλύτερη
κατάσταση από ό,τι περίμεναν πολλοί οικονομολόγοι μόλις πριν
από μερικούς μήνες. Η ισχυρή αγορά εργασίας, η αποκλιμάκωση
του πληθωρισμού και η ανθεκτική κατανάλωση ενισχύουν τις
προσδοκίες ότι οι ΗΠΑ θα αποφύγουν την ύφεση για τώρα. Η
Goldman Sachs μείωσε τις πιθανότητες μιας ύφεσης μόλις στο
15%, από 20% προηγουμένως.
Το Bloomberg
Economics περιμένει ανάπτυξη 1,7% στις ΗΠΑ για το 2022-2023,
με τις μακροπρόθεσμες προβλέψεις να μιλούν για σταδιακή
επιβράδυνση των ρυθμών στο 1,5% έως το 2050. |