Κατά κάποιο τρόπο,
οι οικονομικές προοπτικές για το 2023 για τις ΗΠΑ έχουν
"κλειδώσει". Στόχος της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας της
χώρας (Federal Reserve) είναι να ωθήσει το ποσοστό του
πληθωρισμού πίσω στο 2% τα επόμενα χρόνια. Θα το κάνει αυτό
διατηρώντας τη νομισματική πολιτική αρκετά αυστηρή για
αρκετό καιρό ώστε να περιορίσει την οικονομική
δραστηριότητα. Αυτό τελικά θα "χαλαρώσει" αρκετά την αγορά
εργασίας ώστε να ωθήσει τον πληθωρισμό των μισθών στο εύρος
του 3% έως 4%, που είναι σύμφωνο με τον στόχο τους για τον
πληθωρισμό τιμών. Τα παραπάνω έγραψε σε πρόσφατη ανάλυση –
άρθρο του στο Bloomberg
o Bill Dudley, προσθέτοντας … Έτσι, πολλά από τα
ερωτήματα τα οποία τίθενται από τους συμμετέχοντες στην
αγορά αφορούν περιφερειακά ζητήματα. Πόσο ψηλά θα πρέπει η
Fed να αυξήσει τα επιτόκια; Πόσον καιρό θα πρέπει να μείνουν
εκεί; Θα είναι αρκετή μια οικονομική επιβράδυνση ή οι ΗΠΑ θα
περιπέσουν σε ύφεση;
Τι μπορεί να πάει
στραβά; Όπως το βλέπω, υπάρχουν τρεις σημαντικοί κίνδυνοι.
Πρώτον, η οικονομική
ανάπτυξη θα μπορούσε να αποδειχθεί πιο επίμονη απ’ ό,τι
αναμενόταν. Όχι μόνο η οικονομία επεκτάθηκε πολύ πιο γρήγορα
κατά το β΄ εξάμηνο του 2022 σε σχέση με το α’, αλλά και η
οικονομία θα λάβει πρόσθετη στήριξη το επόμενο έτος καθώς οι
δαπάνες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα αυξάνονται. Το
νομοσχέδιο χρηματοδότησης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης ύψους
1,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων για το 2023 αυξάνει τις
αμυντικές δαπάνες κατά 10% και τις εγχώριες προαιρετικές
δαπάνες κατά 6%. Παράλληλα, τα μηνιαία επιδόματα κοινωνικής
ασφάλισης και αναπηρίας σε 70 εκατομμύρια αποδέκτες θα
αυξηθούν κατά 8,7% από τον τρέχοντα μήνα. Στην
πραγματικότητα, η αύξηση στο διαθέσιμο εισόδημα των
αποδεκτών θα είναι ακόμη μεγαλύτερη καθώς τα ασφάλιστρα του
Medicare, τα οποία αφαιρούνται από αυτές τις δαπάνες, θα
μειωθούν φέτος, δεδομένου ότι οι αυξήσεις που εφαρμόστηκαν
το 2022 αποδείχθηκαν πολύ υψηλότερες από τις απαιτούμενες.
Δεύτερον, η
νομισματική πολιτική μπορεί να μην είναι αρκετά αυστηρή ώστε
να ασκήσει μεγάλο περιορισμό στην οικονομική ανάπτυξη. Οι
αξιωματούχοι της Fed πιστεύουν ότι ένα επιτόκιο
ομοσπονδιακών κεφαλαίων 2,5% είναι ουδέτερο (ούτε
επεκτατικό, ούτε περιοριστικό) όταν ο πληθωρισμός κινείται
γύρω από το 2%. Έτσι, αυτό φαίνεται να σημαίνει ότι ένα
επιτόκιο ομοσπονδιακών κεφαλαίων 5% (έναντι του τρέχοντος,
που κινείται στο εύρος του 4,25% έως 4,50%) ή ελαφρώς
περισσότερο θα έπρεπε να είναι αρκετό για να κάνει τη
δουλειά. Ωστόσο, υπάρχουν πολλοί σημαντικοί λόγοι για τους
οποίους το ουδέτερο επιτόκιο μπορεί να είναι στην
πραγματικότητα υψηλότερο. Πρώτον, επειδή ο πληθωρισμός και
οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό είναι αυξημένες επί του
παρόντος, οπότε το ουδέτερο επιτόκιο θα πρέπει επίσης να
είναι υψηλότερο. Το πόσο υψηλότερο είναι δύσκολο να
εκτιμηθεί. Πρέπει άραγε να χρησιμοποιήσουμε προσδοκίες για
τον πληθωρισμό ενός έτους που εξακολουθούν να είναι πολύ
υψηλές ή μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό που
εξακολουθούν να είναι καλά εδραιωμένες σε χαμηλότερα
επίπεδα;
Ένα άλλο ζήτημα
είναι οι αλλαγές στο ισοζύγιο επενδύσεων και αποταμίευσης.
Εάν η επενδυτική ζήτηση είναι αυξημένη - για παράδειγμα,
λόγω του κόστους της μετατόπισης της παραγωγής σε ηλεκτρικά
οχήματα ή της δημιουργίας μεγαλύτερης ανθεκτικότητας στις
εφοδιαστικές αλυσίδες - τότε αυτό συνεπάγεται υψηλότερο
πραγματικό βραχυπρόθεσμο επιτόκιο. Ομοίως, εάν η απόσυρση
της γενιάς των baby-boomers και τα πιο επίμονα ελλείμματα
του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού μειώσουν τη διαθέσιμη
δεξαμενή αποταμίευσης, κάτι τέτοιο ωθεί προς την ίδια
κατεύθυνση. Θυμηθείτε ότι, πριν από τη χρηματοοικονομική
κρίση, το ουδέτερο επιτόκιο θεωρούνταν ευρέως ότι ήταν
περίπου στο 4% - 2% πραγματικό (όπως ενσωματώνεται στον
κανόνα Taylor) και 2% πληθωρισμός.
Ένα τελευταίο - αν
και πιο λεπτό σημείο - είναι το γεγονός ότι ο ισολογισμός
της Fed εξακολουθεί να είναι σημαντικά διευρυμένος, στα 8,56
τρισεκατομμύρια δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία. Η ποσοτική
χαλάρωση προσέθεσε τόνωση από την πλευρά της νομισματικής
πολιτικής. Έτσι, αυτή η τόνωση λογικά θα έχει ωθήσει το
ουδέτερο επιτόκιο υψηλότερα. Αν και αποσύρεται τώρα μέσω της
ποσοτικής σύσφιξης (QT), θα χρειαστούν ακόμη ένα ή δύο
χρόνια για να επιστρέψουμε στο σημείο απ’ όπου ξεκινήσαμε.
Έτσι, ενώ το QT συσφίγγει τη νομισματική πολιτική, δεν έχει
φτάσει ακόμη σε αυστηροποίηση πολιτικής σε σχέση με το
σημείο από το οποίο ξεκινήσαμε.
Τρίτον, οι
συμμετέχοντες στην αγορά (και η Fed, εν προκειμένω) μπορεί
να ενθουσιαστούν υπερβολικά από την πτώση του πληθωρισμού
τιμών αγαθών. Η ανοδική πίεση στις τιμές των αγαθών ήταν
πάντα πιθανό να είναι σε μεγάλο βαθμό παροδική - προκλήθηκε
κυρίως από τη μετατόπιση της σύνθεσης της ζήτησης προς αγαθά
κατά τη διάρκεια της κορύφωσης της πανδημίας, τάση η οποία
έχει πλέον εκτονωθεί. Εάν ήσασταν διατεθειμένοι να αγνοήσετε
τις παροδικές πιέσεις στις τιμές των αγαθών κατά την άνοδό
τους, θα πρέπει επίσης να τις αγνοήσετε κατά την πτώση τους.
Ο πληθωρισμός των τιμών των αγαθών πιθανότατα θα κινηθεί
χαμηλότερα από την υποκείμενη τάση του το 2023 πριν
επιστρέψει σε υψηλότερη τάση το 2024 και μετά.
Τι πρέπει να
παρακολουθεί κανείς προχωρώντας προς το μέλλον; Εστιάστε σε
τρεις τομείς:
Αγορά εργασίας. Για
να ελέγξουν τον πληθωρισμό στις υπηρεσίες, τα στελέχη της
Fed πρέπει να μειώσουν τον πληθωρισμό των μισθών σε ένα
εύρος από 3% έως 4%. Αυτό θα απαιτήσει μια επίμονη σειρά
αυξήσεων στον αριθμό των εργαζόμενων στα payroll ανά τις ΗΠΑ
κάτω των 100.000 τον μήνα και αύξηση του ποσοστού ανεργίας
σε τουλάχιστον 4,5% έως 5%, σε σχέση με το σημερινό 3,7%.
Συνθήκες
χρηματοπιστωτικής αγοράς.
Για να "δαγκώνει" η νομισματική πολιτική, οι
χρηματοοικονομικές συνθήκες πρέπει να παραμένουν σφιχτές.
Εάν οι χρηματοοικονομικές συνθήκες χαλαρώσουν, αυτό απλώς
επιβαρύνει περισσότερο τη Fed αναγκάζοντάς την να διατηρήσει
τα επιτόκια υψηλότερα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Fed.
Η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς (FOMC) έχει
ενοποιηθεί στη συλλογική της δέσμευση να μειώσει τον
πληθωρισμό ξανά στο 2%. Όμως, καθώς η αγορά εργασίας θα
επιδεινώνεται, η διπλή εντολή της Fed (σχετικά με τον
πληθωρισμό και την απασχόληση) θα τη φέρνει σε εσωτερική
σύγκρουση και η δουλειά της θα γίνεται πιο δύσκολη. Αν και
πιστεύω ότι η Fed θα παραμείνει σταθερή στην πορεία της, η
πολιτική πίεση στην κεντρική τράπεζα θα αυξηθεί όσο θα
πλησιάζει ο εκλογικός κύκλος του 2024.
Υπάρχουν άραγε
μεγάλοι κίνδυνοι; Υπάρχουν δύο που θα επισήμαινα:
Ο πρώτος είναι η
ενεργειακή ασφάλεια και οι τιμές. Εδώ υπάρχουν πολλοί
άγνωστοι Χ. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα μπορούσε να αποφασίσει να
χρησιμοποιήσει ως όπλο τη ρωσική παραγωγή πετρελαίου. Το
τέλος της πολιτικής της Κίνας περί του "μηδενικού Covid" θα
μπορούσε πρώτα να μειώσει και μετά να τονώσει τη ζήτηση για
ενέργεια. Η επίμονη υποεπένδυση στην παραγωγή πετρελαίου και
φυσικού αερίου θα μπορούσε επίσης να συμβάλει σε υψηλότερες
και πιο ασταθείς τιμές.
Ο δεύτερος είναι οι
δημοσιονομικές προοπτικές. Το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ
είναι πιθανό να είναι περίπου 5% του ακαθάριστου εγχώριου
προϊόντος το 2023. Αυτή είναι μια άθλια επίδοση όταν μια
οικονομία λειτουργεί με υπερπλήρη απασχόληση. Επιπλέον,
είναι ένα φρικτό σημείο εκκίνησης γι’ αυτό που βρίσκεται
μπροστά - πολύ υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και
ραγδαία αύξηση των δαπανών κοινωνικής ασφάλισης και
Medicare, καθώς η γενιά του baby boom συνταξιοδοτείται. Η
συμπίεση των κρατικών οικονομικών θα επιδεινωθεί από την
απότομη αύξηση του κόστους των υποχρεώσεων της Fed (κυρίως
των τραπεζικών αποθεματικών) σε σχέση με τα κέρδη που
πραγματοποιεί η Fed από τη διακράτηση χρεογράφων του
Υπουργείου Οικονομικών και τίτλων που στηρίζονται σε
ενυπόθηκα δάνεια. Η άνοδος των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων θα
προκαλέσει πτώση των εσόδων της κεντρικής τράπεζας από κέρδη
άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2021 σε ζημία άνω
των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2023. Όπως το είχε θέσει
ο Έβερετ Ντίρκσεν όταν ήταν πρόεδρος της Βουλής των
Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, "ένα δισεκατομμύριο εδώ, ένα
δισεκατομμύριο εκεί και πολύ σύντομα μιλάμε για πραγματικά
χρήματα".
Αν και είναι δύσκολο
να γνωρίζουμε ακριβώς πότε το επίμονα κόκκινο μελάνι θα
θεωρηθεί αρκετά "βαρύ" ώστε να έχει σημασία, μια
δημοσιονομική κρίση και μια αναταραχή στην αγορά ομολόγων
φαίνονται αναπόφευκτες κάποια στιγμή στο μέλλον. |