Με τα βλέμματα των αγορών, όπως είδαμε και προσφάτως να
είναι στραμμένα στις κινήσεις των κεντρικών τραπεζών,
αποφάσεις από τις οποίες σε ένα βαθμό εξαρτάται και η πορεία
του πληθωρισμού, ο οποίος εξελίσσεται σε μεγάλο πρόβλημα για
την παγκόσμια οικονομία. Όπως χαρακτηριστικά έγραψε σε
πρόσφατο του άρθρο το Bloomberg, αναζητώντας τρόπο για να
αποσύρουν την άκρως αναπτυξιακή πολιτική, τα στελέχη της ΕΚΤ
αρχίζουν να σχεδιάζουν μια πορεία για τη νομισματική
πολιτική που εξακολουθεί να είναι πολύ λιγότερο επιθετική
από εκείνη των άλλων κεντρικών τραπεζών.
Σε αντίθεση με τη στροφή της Fed και της Τράπεζας της
Αγγλίας σε περιοριστική πολιτική, που έπεισε τους επενδυτές
να προεξοφλήσουν ανάλογες κινήσεις στην Ευρωζώνη, τα στελέχη
της ΕΚΤ επικεντρώνονται στο πώς θα «εξομαλύνουν» την
πολιτική και υπολογίζουν πως ο πληθωρισμός θα πλησιάσει τον
στόχο του 2%. Προσφάτως ο επικεφαλής των οικονομολόγων της
ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, διεμήνυσε πως ζητούμενο είναι η χρυσή τομή,
δηλαδή μια νομισματική πολιτική για την Ευρωζώνη που δεν θα
είναι ούτε περιοριστική ούτε αναπτυξιακή. Με αυτά τα
δεδομένα θα διεξαχθεί σήμερα η συνεδρίαση της ΕΚΤ, η πρώτη
μετά την απόφαση που ανακοίνωσε για τερματισμό του έκτακτου
προγράμματος κατά της πανδημίας τον Μάρτιο και σταδιακή
μείωση των αγορών ομολόγων μέσα στο έτος. Η συζήτηση για
περαιτέρω ανάκληση της πολιτικής στήριξης θα αφορά τις
αυξήσεις επιτοκίων και τη συρρίκνωση του χαρτοφυλακίου της
ΕΚΤ, που ανέρχεται πλέον σε 8,6 τρισ. ευρώ. Δεδομένου ότι σε
παγκόσμιο επίπεδο γίνεται στροφή στην περιοριστική πολιτική,
ενώ ο πληθωρισμός σε Γερμανία και Γαλλία υπερέβη τις
προβλέψεις, οι επενδυτές στοιχηματίζουν σε μια αύξηση των
επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης πριν από το τέλος
του έτους. Τα στελέχη της τράπεζας επιμένουν ότι η τρέχουσα
κατάσταση δεν δικαιολογεί τέτοια κίνηση. Συμμερίζονται την
άποψή τους οι οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε έρευνα του
Bloomberg και προβλέπουν πως η ποσοτική χαλάρωση θα
διαρκέσει μέχρι τον Μάρτιο του 2023 και θα ακολουθήσει
αύξηση επιτοκίων έξι μήνες αργότερα.
Μολονότι ο πληθωρισμός επιταχύνεται σε όλον τον αναπτυγμένο
κόσμο, η στάση της ΕΚΤ αντανακλά την άποψή της ότι οι
πληθωριστικές πιέσεις δεν έχουν παγιωθεί. Οι αυξήσεις των
μισθών παραμένουν σε γενικές γραμμές περιορισμένες, ενώ δεν
έχουν υποχωρήσει οι παράγοντες που υπονομεύουν την ανάπτυξη,
όπως η γήρανση του πληθυσμού και η αναιμική αύξηση της
παραγωγικότητας. Οι τελευταίες προβλέψεις της μιλούν για
πληθωρισμό 1,8% το 2023 και το 2024. Την περασμένη εβδομάδα
ο Φίλιπ Λέιν τόνισε πως αν ο πληθωρισμός επιμείνει σε
επίπεδα άνω του 2%, θα χρειαστεί αύξηση επιτοκίων, αλλά δεν
είναι τόσο πιθανό. Προσέθεσε πως ο πληθωρισμός μπορεί να
σταθεροποιηθεί κοντά στον στόχο και «σαφώς με τον καιρό θα
εξομαλύνουμε τη νομισματική μας πολιτική». Δεν είναι εντελώς
σαφές τι ακριβώς σημαίνει αυτό. Για τον Ντάριο Πέρκινς,
επικεφαλής των οικονομολόγων της TS Lombard του Λονδίνου,
σημαίνει πως η ΕΚΤ θα επιστρέψει στη νομισματική πολιτική
που εφάρμοζε προ πανδημίας. «Εξομάλυνση», δηλώνει, «σημαίνει
πως η ΕΚΤ θα εγκαταλείψει την ποσοτική χαλάρωση».
Ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας, Φρανσουά Βιλερουά ντε
Γκαλό, προτείνει μια «σταδιακή και βήμα προς βήμα»
προσέγγιση στη μείωση των αγορών ομολόγων, στην αύξηση των
επιτοκίων και τη μείωση του χαρτοφυλακίου της ΕΚΤ.
Στις δηλώσεις του αυτές στις 19 Ιανουαρίου ο Γάλλος
κεντρικός τραπεζίτης δεν συμπεριέλαβε τη διατύπωση «στροφή
σε περιοριστική πολιτική». Η παράλειψή του αυτή δεν
εκπλήττει, δεδομένου του πόσο δύσκολο είναι να προσδιορίσει
κανείς πώς ακριβώς θα ήταν μια ουδέτερη νομισματική πολιτική
στην Ευρωζώνη.
|