Οι κοινωνικά
υπεύθυνες επενδύσεις γνωστές και ως επενδύσεις "ESG" (που
βασίζονται σε κριτήρια περιβαλλοντικά, κοινωνικά και
εταιρικής διακυβέρνησης), αποτελούν µια τεράστια και
αναπτυσσόµενη αγορά. Το 2015 τα περιουσιακά στοιχεία που
συνδέονταν µε τα κριτήρια ESG ανέρχονταν στα $2,2 τρισ.,
σύµφωνα µε την PwC, το 2020 "σκαρφάλωσαν" στα $9,4 τρισ.,
ενώ το 2021 σχεδόν διπλασιάστηκαν, στα $18,4 τρισ. Τα
βιώσιµα οµόλογα αποτελούν ένα σηµαντικό κοµµάτι αυτής της
πίτας. Παγκοσµίως, την τελευταία διετία, εκδίδονται κατά
µέσο όρο περισσότερα από 400 οµόλογα κάθε τρίµηνο, συνολικού
ύψους άνω του $1,7 τρισ., σύµφωνα µε τον όµιλο Refinitiv του
Χρηµατιστηρίου του Λονδίνου. Οι εκδόσεις στην Ευρώπη είναι
σχεδόν διπλάσιες αυτών στις ΗΠΑ, ωστόσο και εκεί αναµένεται
το επόµενο διάστηµα ένα "κύµα" νέων πράσινων οµολόγων.
Όπως γράψανε σε
άρθρο – ανάλυση τους στο Forbes οι Chris Helman και Matt
Schifrin, μια ιδιαίτερα ενεργή κατηγορία αυτής της αγοράς
είναι τα δηµοτικά οµόλογα µε πιστοποίηση ESG, όπως αυτά που
έχουν σχεδιαστεί προκειµένου να βοηθήσουν τις τοπικές
κοινωνίες να προπληρώσουν την αγορά πράσινης ηλεκτρικής
ενέργειας για αρκετές δεκαετίες. Σύµφωνα µε τη Monica Reid,
ιδρύτρια της Kestrel −η οποία αναλαµβάνει να επαληθεύσει εάν
µια έκδοση πληροί τα κριτήρια "κοινωνικού χαρακτήρα",
"πράσινου προσανατολισµού" και "βιωσιµότητας", έναντι
τιµήµατος που ανέρχεται σε "ένα κλάσµα της µονάδας βάσης"
της ονοµαστικής αξίας κάθε νέας συµφωνίας έκδοσης οµολόγου−
στις ΗΠΑ, την τελευταία διετία, έχουν εκδοθεί τέτοιου είδους
δηµοτικά οµόλογα αξίας $85 δισ. Η οµάδα των 27 αναλυτών και
µηχανικών της Reid, πιστοποίησε σχεδόν το 1/3 αυτών των
εκδόσεων.
"Δεν σηµαίνει ότι
κάτι είναι "πράσινο”, βιώσιµο ή κοινωνικά ωφέλιµο επειδή
χρηµατοδοτείται µέσω δηµοτικών οµολόγων", σηµειώνει η Reid.
"Μέσω δηµοτικών οµολόγων χρηµατοδοτούνται επίσης οι χώροι
απόθεσης της τέφρας άνθρακα, τα λιµάνια και τα αεροδρόµια,
τα προστατευτικά κιγκλιδώµατα και τα διόδια των
αυτοκινητοδρόµων. Είµαστε πολύ προσεκτικοί. Αν η ανταπόδοση
προέρχεται από δικαιώµατα εξόρυξης πετρελαίου ή έσοδα από
τζόγο, είναι πρόβληµα", σηµειώνει.
Όπως πολλές άλλες
περιβαλλοντικές τάσεις, έτσι κι αυτή ξεκίνησε από την
Καλιφόρνια. Τους τελευταίους 14 µήνες, τραπεζικοί κολοσσοί
της Wall Street, όπως η Goldman Sachs και η Morgan Stanley,
έπεισαν τους οργανισµούς παραγωγής αποκλειστικά "πράσινης"
ηλεκτρικής ενέργειας στη βόρεια Καλιφόρνια να τους παράσχουν
χρηµατοδοτήσεις ύψους $2,7 δισ., ενώ βρίσκονται στα "σκαριά"
συµφωνίες για επιπλέον $2 δισ., που θα αποπληρωθούν σε
είδος, ήτοι µε τη µελλοντική τους παραγωγή ηλεκτρικής
ενέργειας. Οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας αντλούν
προκαταβολικά αυτά τα κεφάλαια εκδίδοντας αφορολόγητα
δηµοτικά οµόλογα του τύπου που πιστοποιεί η Kestrel, που
πληρούν δηλαδή τα κριτήρια ESG, µέσω των τραπεζών. Σε
αντάλλαγµα, οι τράπεζες έχουν µέχρι τώρα υποσχεθεί να
παράσχουν στο ηλεκτρικό δίκτυο της Καλιφόρνιας 2,2
εκατοµµύρια µεγαβατώρες "πράσινης" ηλεκτρικής ενέργειας
ετησίως. Ενέργεια που προέρχεται αποκλειστικά από ηλιακές,
αιολικές και υδροηλεκτρικές µονάδες.
Οι κερδισµένοι είναι
πολλοί. Οι τράπεζες αποκτούν πρόσβαση σε φθηνά κεφάλαια για
να τα ξοδέψουν όπως θέλουν. Οι Καλιφορνέζοι, όπως και οι
κάτοικοι άλλων 15 πολιτειών και της περιφέρειας της
Κολούµπια, µπορούν να επιλέξουν τον πάροχο ηλεκτρικής
ενέργειας που επιθυµούν και να δώσουν τα χρήµατά τους για
την κατανάλωση πιο πράσινης ενέργειας. Οι δε επενδυτές έχουν
το δέλεαρ να διακρατήσουν τα οµόλογα, γνωρίζοντας ότι έχουν
επενδύσει σε κάτι που όχι µόνο είναι φιλικό προς το
περιβάλλον, αλλά φέρει και την εγγύηση µιας µεγάλης
τράπεζας.
Χαµένος; Ο "Θείος
Σαµ". Εάν η Morgan Stanley εξέδιδε ένα δικό της εταιρικό
οµόλογο παρόµοιας δοµής για να συγκεντρώσει κεφάλαια,
πιθανότατα θα κατέβαλλε τόκο της τάξης του 6% και επιπλέον
θα επιβαρυνόταν µε οµοσπονδιακό φόρο. Αλλά όταν η Morgan
Stanley συγκεντρώνει κεφάλαια µέσω ενός προπληρωµένου
δηµοτικού οµολόγου "πράσινης" ηλεκτρικής ενέργειας, το
επιτόκιο είναι 4% και, επιπλέον, δεν υπόκειται σε
οµοσπονδιακή φορολόγηση. Οι µέχρι στιγµής εκδόσεις δηµοτικών
πράσινων οµολόγων των περίπου $3 δισ. ισοδυναµούν µε
διαφυγόντα φορολογικά έσοδα περίπου $50 εκατ. ετησίως για το
κράτος. Ίσως, όµως, να αξίζει τον κόπο. Σε τελική ανάλυση,
πρόκειται για ένα µοντέλο που θα µπορούσε να εξαπλωθεί
ραγδαία σε όλη τη χώρα και να υποστηρίξει την ανάπτυξη
σηµαντικών έργων πιο πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο
θα µπορούσε επίσης να τροφοδοτήσει µε δισεκατοµµύρια δολάρια
σε κρυφές ετήσιες επιδοτήσεις τις πλούσιες τράπεζες της Wall
Street. Κάτι τέτοιο µάλλον δεν θα είναι αρεστό.
Η Καλιφόρνια είναι
µία από τις 10 πολιτείες που επέτρεψαν τη δηµιουργία τοπικών
συνεταιρισµών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, που είναι γνωστοί
ως Community Choice Aggregators. Έχουν επωνυµίες όπως Marin
Clean Energy και Silicon Valley Clean Energy και συστάθηκαν
µε στόχο να επιτρέψουν στους Καλιφορνέζους να αγοράζουν
ενέργεια που παρέχεται ως 100% "πράσινη". Τα τελευταία
χρόνια αυτοί οι συνεταιρισµοί έχουν συνάψει πολυετείς
συµβάσεις απευθείας µε τους ιδιοκτήτες ηλιακών και αιολικών
πάρκων για την αγορά της παραγόµενης ενέργειας των µονάδων
τους.
Όµως αυτοί οι
συνεταιρισµοί ηλεκτρικής ενέργειας δεν διαθέτουν την
απαραίτητη τεχνογνωσία προκειµένου να διαχειριστούν το
πλήθος των περίπλοκων συµβάσεων µε τα χρηµατοοικονοµικά
ιδρύµατα. Έτσι, πέρυσι, ο συνεταιρισµός της κοµητείας Μαρίν
συνέπραξε µε άλλους συνεταιρισµούς, όπως αυτούς της Σίλικον
Βάλεϊ, του Μπέρκλεϊ και του Καρµέλ, και συνέστησαν µια νέα
οντότητα, την Community Choice Financing Authority (CCCFA),
η οποία ουσιαστικά αποτελεί µια εταιρεία-κέλυφος που έχει
την αρµοδιότητα έκδοσης αφορολόγητων δηµοτικών οµολόγων.
Τους τελευταίους 14
µήνες η CCCFA έχει εκδώσει οµόλογα ύψους $2,7 δισ. στο
πλαίσιο τριών διαφορετικών εκδόσεων, µε επιτόκιο 4% και
αφορολόγητα, µε την "ευγενική συνδροµή" των Morgan Stanley
και Goldman Sachs. Τα κεφάλαια διατίθενται για την
προπληρωµή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιµες πηγές για
χρονικό διάστηµα 30 ετών. Η προπληρωµή, φυσικά, συνοδεύεται
από µια αποµείωση. Τα µέλη της CCCFA, για παράδειγµα,
προβλέπουν ότι θα εξοικονοµούν $7 εκατ. ετησίως από την
αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγουν.
Φυσικά, οι γενναίες
προπληρωµές για µελλοντικές αγορές εµπορεύµατος αποτελούν το
όνειρο κάθε τραπεζίτη της Wall Street. Μια προσεκτική µατιά
στις οµολογιακές συµβάσεις της Καλιφόρνιας αποκαλύπτει ένα
εντυπωσιακό επίτευγµα χρηµατοοικονοµικής µηχανικής που
περιλαµβάνει έναν λαβύρινθο οντοτήτων, πράξεων ανταλλαγής
(swaps) εµπορευµάτων και παραγώγων, που ουσιαστικά
µετατρέπουν τα έσοδα δισεκατοµµυρίων δολαρίων από τα πράσινα
οµόλογα σε αφορολόγητη πηγή ρευστότητας και κέρδους από
συναλλαγές για τη Morgan Stanley και τη Goldman Sachs.
Στη Wall Street τα
αφορολόγητα προπληρωµένα δηµοτικά οµόλογα έχουν συνδεθεί εδώ
και καιρό µε το φυσικό αέριο. Στην πραγµατικότητα, σχεδόν το
95% των οµολόγων ύψους περίπου $60 δισ. που έχουν εκδοθεί
από τη δεκαετία του 1990 και µετά αφορούσε αγορές του
συγκεκριµένου ορυκτού καυσίµου. Το σκεπτικό ήταν ότι µικροί
δήµοι, σε µέρη όπως η αγροτική κοµητεία Γουίλκοξ της
Αλαµπάµα ή η Όµαχα της Νεµπράσκα, θα µπορούσαν να συµπράξουν
για να εκδώσουν αφορολόγητα οµόλογα και να χρησιµοποιήσουν
τα έσοδα από αυτά προκειµένου να εξασφαλίσουν την προµήθεια
φυσικού αερίου στις ίδιες µειωµένες τιµές που πλήρωναν τα
µεγάλα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας των πόλεων.
Το 1999 η Υπηρεσία
Δηµοσίων Εσόδων των ΗΠΑ διεξήγαγε έρευνα για την εν λόγω
πρακτική. Η Υπηρεσία ήθελε να διασφαλίσει ότι οι traders δεν
χρησιµοποιούσαν τις συµφωνίες οµολόγων για να αποφύγουν την
απόδοση φόρων, χρησιµοποιώντας ουσιαστικά τα δηµοτικά
οµόλογα για την αγορά περισσότερου φυσικού αερίου από όσο
χρειάζονταν και πουλώντας στη συνέχεια το πλεόνασµα µε
κέρδος. Το 2003 η Υπηρεσία Δηµοσίων Εσόδων των ΗΠΑ απεφάνθη
ότι αυτά τα δοµηµένα προπληρωµένα οµόλογα ήταν νόµιµα εφόσον
το 90% του παρεχόµενου φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας
κατευθυνόταν στους συνήθεις πελάτες των δήµων.
Η πτώχευση της Enron
τον Δεκέµβριο του 2001 γύρισε αρκετά βήµατα πίσω τις
συµφωνίες προπληρωµής προµήθειας φυσικού αερίου. Η
ενεργειακή εταιρεία από το Χιούστον είχε αυξήσει δόλια τις
ταµειακές ροές της συνάπτοντας αναρίθµητες προπληρωµένες
πράξεις ανταλλαγής εµπορευµάτων µε τράπεζες όπως η JPMorgan
και η Citibank. Στο πλαίσιο αυτών των συµφωνιών, η Enron θα
ελάµβανε δισεκατοµµύρια δολάρια σε προκαταβολές από τις
τράπεζες µε αντάλλαγµα την αποπληρωµή τους µε παραδόσεις
φυσικού αερίου. Σύµφωνα µε την εγκληµατολογική έρευνα, η
Enron συνήθιζε να αποπληρώνει αυτά τα δάνεια όχι µε
παραδόσεις όγκων φυσικού αερίου, αλλά µε τα έσοδα από
πρόσθετες προπληρωµένες συµφωνίες ανταλλαγής, ακολουθώντας
µια πρακτική σαν αυτή του Charles Ponzi, "πατέρα" της
επενδυτικής απάτης που έµεινε γνωστή ως "σχέδιο Πόνζι" ή
"πυραµίδα".
Πάντα με βάση τα όσα
έγραψαν στην ανάλυση τους στο Forbes οι Chris Helman και
Matt Schifrin. Παρότι η περίπτωση της Enron δεν αφορούσε
δηµοτικά οµόλογα, οι αποκαλύψεις για τις πρακτικές της
ενεργειακής εταιρείας "πάγωσαν" την αγορά των προπληρωµένων
συµφωνιών έως ότου ο νόµος για την Ενεργειακή Πολιτική του
2005 έθεσε ασφαλείς βάσεις ώστε να ξαναρχίσουν οι εκδόσεις
προπληρωµένων δηµοτικών οµολόγων.
Δύο από τους
µεγαλύτερους εκδότες προπληρωµένων δηµοτικών οµολόγων
φυσικού αερίου ήταν η Black Belt Energy, µια µη κερδοσκοπική
εταιρεία µε αντικείµενο την αγορά φυσικού αερίου για τους
κατοίκους πόλεων και επιχειρήσεων που λειτουργούσαν στην
ευρύτερη περιοχή. Σύµφωνα µε την εφηµερίδα "The Bond Buyer",
η Black Belt, το όνοµα της οποίας έχει τις ρίζες του στο
σκούρο, πλούσιο έδαφος της πρώην περιοχής φυτειών βαµβακιού,
ήταν ο τρίτος µεγαλύτερος εκδότης δηµοτικών οµολόγων στις
νοτιοανατολικές Ηνωµένες Πολιτείες κατά το πρώτο εξάµηνο του
2022, αντλώντας κεφάλαια $1,5 δισ. µέσω προπληρωµένων
οµολόγων φυσικού αερίου. Πέραν των οµολόγων ύψους περίπου $5
δισ. που είχε εκδώσει από το 2016 και µετά.
Η Main Street
Natural Gas, από τη µεριά της, εκδίδει κυρίως οµόλογα
φυσικού αερίου για λογαριασµό της Δηµοτικής Επιχείρησης
Φυσικού Αερίου της Τζόρτζια. Περιλαµβάνει συνολικά 79 µέλη,
πόλεις και κωµοπόλεις της περιοχής. Από το 2006 η Main
Street έχει εκδώσει προπληρωµένα δηµοτικά οµόλογα φυσικού
αερίου ύψους τουλάχιστον $10 δισ., µε αντισυµβαλλόµενους
µεγάλους "παίκτες" της Wall Street, όπως η Merrill Lynch, η
JPMorgan, η RBC και η Citigroup.
Πώς λειτουργεί αυτή
η αγορά; Σε µια πρόσφατη συµφωνία οµολόγων που σύναψε η
Black Belt Energy τον Οκτώβριο, η Goldman Sachs και η Stifel
εξέδωσαν αφορολόγητα οµόλογα ύψους $383 εκατ. µε επιτόκιο
5,5%, τα οποία καλύφθηκαν εν ριπή οφθαλµού από διαχειριστές
κεφαλαίων όπως οι Vanguard, BlackRock και TIAA-CREF. Μετά
την αφαίρεση του αποθεµατικού εξυπηρέτησης χρέους και άλλων
δαπανών, συµπεριλαµβανοµένων των προµηθειών έκδοσης ύψους
1%, ποσό περίπου $377 εκατ. αποδόθηκε στην εταιρεία
περιορισµένης ευθύνης Aron Energy Prepay 13 LLC. Η εν λόγω
ΕΠΕ ιδρύθηκε από τη θυγατρική εταιρεία εµπορίας εµπορευµάτων
J. Aron της Goldman Sachs, η οποία είναι υπεύθυνη για την
εξασφάλιση όγκων φυσικού αερίου για χρονικό διάστηµα 30
ετών, ως "προµηθευτής φυσικού αερίου" του έργου.
Στη συνέχεια η Aron
Energy Prepay 13 "επέστρεψε" τα κεφάλαια αυτά στην Goldman
Sachs, ουσιαστικά υπό τη µορφή δανείου χωρίς εξασφαλίσεις,
µε χαµηλότερο επιτόκιο και πάντα αφορολόγητα. Στη συνέχεια
και οι δύο πλευρές αντιστάθµισαν τα ανοίγµατά τους•
δεδοµένου ότι τα έσοδα που λαµβάνουν οι πελάτες κοινής
ωφέλειας της Black Belt από την πώληση φυσικού αερίου είναι
µεταβλητά (βασίζονται στην τιµή πώλησης του φυσικού αερίου
στην αγορά), αλλά οι πληρωµές προς τους κατόχους οµολόγων
είναι σταθερές, η Black Belt και η Goldman συνάπτουν
συµβάσεις ανταλλαγής εµπορευµάτων προκειµένου να
διασφαλίσουν ότι, ανεξάρτητα από το τι συµβαίνει µε τις
τιµές του φυσικού αερίου, αυτά τα οµόλογα θα αποπληρωθούν.
Οι σύνθετες
προπληρωµένες συµφωνίες είναι επωφελείς για τους πελάτες
φυσικού αερίου της Black Belt, οι οποίοι "κλειδώνουν"
χαµηλές τιµές αγοράς, αλλά ακόµα πιο κερδοφόρες για την
Goldman Sachs, καθώς η τράπεζα αποκτά πρόσβαση σε φθηνή
ρευστότητα. Η J. Aron είναι επίσης από τους µεγάλους
κερδισµένους, καθώς "δεσµεύει" µακροχρόνια αγοραστές φυσικού
αερίου για τους εµπόρους της. Στην πραγµατικότητα, η J. Aron
είναι ένας από τους µεγαλύτερους πωλητές φυσικού αερίου στη
Βόρεια Αµερική. Σύµφωνα µε τον ιστότοπο Natural Gas
Intelligence, κατά το πρώτο εξάµηνο του 2022 η J. Aron
παρείχε κατά µέσο όρο 3,8 δισ. κυβικά µέτρα φυσικού αερίου
ηµερησίως, ήτοι περίπου το 3% της συνολικής καταναλούµενης
ποσότητας στις Ηνωµένες Πολιτείες, σε περίπου 400
διαφορετικές δηµοτικές εταιρείες κοινής ωφέλειας.
Χάρη, εν µέρει, στις
συµφωνίες προπληρωµένων οµολόγων φυσικού αερίου ύψους
περίπου $24 δισ. κατά την τελευταία πενταετία, αλλά και στις
αναταραχές που προκάλεσε στις αγορές εµπορευµάτων ο πόλεµος
στην Ουκρανία, οι συναλλαγές ενέργειας στη Wall Street
ανθούν. Το τµήµα Διεθνών Αγορών της Goldman Sachs, που
στελεχώνουν οι traders της J. Aron, εµφάνισε καθαρά έσοδα
ύψους $22 δισ. το 2021, τα υψηλότερα τα τελευταία 12 χρόνια.
Άλλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην αγορά των
προπληρωµένων οµολόγων είναι οι RBC, Toronto Dominion,
Morgan Stanley, Citigroup και JPMorgan. Τα εµβληµατικά hedge
funds Wellington και Kensington του δισεκατοµµυριούχου Ken
Griffin είναι οι πιο πρόσφατοι "παίκτες" στην αγορά των
προπληρωµένων δηµοτικών οµολόγων. Τον Ιανουάριο η εταιρεία
Citadel του Griffin συνεργάστηκε µε την JPMorgan για την
έκδοση αφορολόγητων οµολόγων ύψους $626 εκατ. µέσω της µη
κερδοσκοπικής εταιρείας Main Street Natural Gas της
Τζόρτζια.
Στους επενδυτές τα
προπληρωµένα ενεργειακά οµόλογα, ανανεώσιµων πηγών ενέργειας
ή ορυκτών καυσίµων, προσφέρουν ξεγνοιασιά. Δεδοµένου ότι τα
εν λόγω οµόλογα καλύπτονται τελικά από τις τράπεζες, οι
επενδυτές λαµβάνουν σταθερά έσοδα, και δη µε τις υψηλότερες
αποδόσεις που συνήθως συνοδεύουν τις επενδύσεις σε
αφορολόγητα δηµοτικά οµόλογα. Και παρότι η διάρκεια των εν
λόγω οµολόγων είναι 30ετής, είναι δοµηµένα µε τέτοιον τρόπο
που επιτρέπουν στους εκδότες να τα ανακαλέσουν και να τα
επανατιµολογήσουν εντός χρονικού διαστήµατος επτά ετών,
εποµένως διαπραγµατεύονται ως µικρότερης χρονικής διάρκειας
− γεγονός εξαιρετικά θετικό σε περιόδους αύξησης των
επιτοκίων.
Και παρότι εδρεύουν
σε µικρές πόλεις, εκδότες όπως η Black Belt από την Αλαµπάµα
δραστηριοποιούνται πολύ πέρα από την τοπική αγορά τους,
πουλώντας το φθηνά χρηµατοδοτηµένο µέσω δηµοτικών οµολόγων
φυσικό αέριό τους µέχρι τη Φιλαδέλφεια, την Αριζόνα και το
Λος Άντζελες. Το δε ρίσκο σε αυτές τις συµφωνίες είναι
σχεδόν ανύπαρκτο, καθώς ο µικρός κίνδυνος που υπάρχει
βαραίνει τις τράπεζες που εγγυώνται για τα οµόλογα. Τα
προπληρωµένα οµόλογα έχουν εξαιρετική φήµη. Το µόνο
σηµαντικό "µελανό σηµείο" ήταν τα οµόλογα φυσικού αερίου
ύψους περίπου $700 εκατ. που είχαν εκδοθεί από τη Main
Street Natural Gas µέσω της Lehman Brothers. Το 2008, όταν η
Lehman Brothers κατέρρευσε, η Main Street αγωνίστηκε σκληρά
για να αναδιαρθρώσει τις προµήθειες φυσικού αερίου, ενώ οι
κάτοχοι των οµολόγων κατέληξαν να ανακτήσουν µόλις 80 σεντς
ανά δολάριο της επένδυσής τους, έξι χρόνια αργότερα.
Είναι φυσικό για τις
τράπεζες και τους υπέρµαχους αυτής της πρακτικής να θεωρούν
τις ανανεώσιµες πηγές ενέργειας ως το επόµενο "χρυσωρυχείο"
για τις προπληρωµένες συµφωνίες οµολόγων. Ο οµοσπονδιακός
νόµος για την αντιµετώπιση του πληθωρισµού προβλέπει
κονδύλια ύψους $270 δισ. για την επέκταση κατά µία δεκαετία
των γενναιόδωρων φορολογικών κινήτρων που επιτρέπουν σε
όσους επενδύουν σε ηλιακά και αιολικά έργα να εγγράφουν το
1/3 των δαπανών τους ως εκπτώσεις επί του οµοσπονδιακού
φόρου.
"[Τα οµόλογα ΑΠΕ
είναι] ένα δηµιουργικό εργαλείο και µπορούν να γίνουν εξίσου
δηµοφιλή µε αυτά του φυσικού αερίου. Αυτήν τη στιγµή είναι
θέµα προµηθειών", λέει η Eve Lando, διαχειρίστρια
χαρτοφυλακίων στη Thornburg Investment Management, που
εδρεύει στη Σάντα Φε του Νέου Μεξικού, η οποία έχει υπό
διαχείριση κεφάλαια ύψους $40 δισ., εκ των οποίων τα $6,8
δισ. σε δηµοτικά οµόλογα.
Είναι πιθανό ακόµα
και οι συµφωνίες για προµήθειες φυσικού αερίου να λάβουν
κάποια µέρα την "πράσινη" έγκριση. Τον Ιούλιο η Ευρωπαϊκή
Ένωση πρόσθεσε το ορυκτό αυτό καύσιµο −µαζί µε την πυρηνική
ενέργεια− στη λίστα των πράσινων, φιλικών προς το περιβάλλον
πηγών ενέργειας. "Το φυσικό αέριο είναι ένα είδος "σωτήρα”
όταν πρόκειται για τη µείωση των εκποµπών ρύπων. Η µετάβαση
από τον άνθρακα στο φυσικό αέριο είναι εξαιρετικά θετική",
υποστηρίζει ο Matthew McKinley, διευθύνων σύµβουλος της
Black Belt, ο οποίος σηµειώνει ότι η εταιρεία του εξετάζει
την αγορά ανανεώσιµων πηγών ενέργειας, συµπεριλαµβανοµένου
του µεθανίου, το οποίο µπορεί να δεσµευτεί από χώρους
υγειονοµικής ταφής ή να εξαχθεί από τις "εκποµπές ρύπων"
βοοειδών στη γαλακτοβιοµηχανία. Τέτοιες πηγές "βιοαερίου"
θεωρούνται "αρνητικού άνθρακα", καθώς το µεθάνιο είναι πολύ
πιο επιβλαβές από το διοξείδιο του άνθρακα, και η δέσµευσή
του εµποδίζει την έκλυσή του στην ατµόσφαιρα.
Οι τραπεζίτες θα
επωφεληθούν από το "πράσινο" φυσικό αέριο ή τις ανανεώσιµες
πηγές ενέργειας, όπως η αιολική και η ηλιακή. Ορισµένοι
κολοσσοί της Wall Street έχουν ήδη κινηθεί προς αυτή την
κατεύθυνση και έχουν αποκτήσει τεχνογνωσία στην ανάπτυξη
συστηµάτων αιολικής, ηλιακής ενέργειας και µπαταριών,
ωθούµενοι από τα γενναιόδωρα κίνητρα οµοσπονδιακών
φοροπιστώσεων για τέτοιου είδους επενδύσεις. Την τελευταία
πενταετία η Goldman Sachs Renewable Power έχει "χτίσει" ένα
τεράστιο χαρτοφυλάκιο 850 έργων ανανεώσιµων πηγών ενέργειας,
που παράγουν 2.300 MW και αποφέρουν έσοδα $300 εκατ.
ετησίως. Τον Ιούνιο η Goldman Sachs προχώρησε στην απόσχιση
του εν λόγω τµήµατος, το οποίο εξελίχθηκε σε ξεχωριστή
εταιρεία, την MN8 Energy, η οποία τώρα σχεδιάζει να
προχωρήσει σε αρχική δηµόσια προσφορά για την είσοδό της στο
χρηµατιστήριο. Η Goldman Sachs αρνήθηκε να σχολιάσει αυτό το
θέµα, αλλά οι πελάτες της τράπεζας στην Καλιφόρνια έχουν
ενθουσιαστεί. |