Οι υπεύθυνοι χάραξης
πολιτικής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal
Reserve) διατείνονται πως τα νέα στοιχεία για τον
πληθωρισμό, που θα δημοσιευθούν μέσα στην εβδομάδα, θα τους
βοηθήσουν να αποφασίσουν εάν μπορούν να επιβραδύνουν τον
ρυθμό των αυξήσεων των επιτοκίων στην επερχόμενη συνεδρίασή
τους σε μόλις ένα τέταρτο της μονάδας, αντί για τις
μεγαλύτερες του 2022. Όπως έγραψαν σε πρόσφατη ανάλυση τους
στο Reuters, εάν λοιπόν αυτά τα στοιχεία για τις τιμές
καταναλωτή στις ΗΠΑ επιβεβαιώσουν την αποθέρμανση της
οικονομίας που παρατηρείται στα πιο πρόσφατα στοιχεία της
αγοράς εργασίας, τότε στελέχη, όπως ο πρόεδρος της Fed
Ατλάντας, Ράφαελ Μπόστιτς, θα πρέπει να σκεφθούν σοβαρότερα
μια αύξηση κατά ένα τέταρτο της ποσοστιαίας μονάδας και να
κινηθούν προς την κατεύθυνση αυτή. Τα σχετικά ανέφερε,
μιλώντας τη Δευτέρα, ο ίδιος ο Μπόστιτς σε δημοσιογράφους.
«Τελικά θέλω να φτάσουμε σε αυξήσεις επιτοκίων κατά 25
μονάδες βάσης», είπε. «Η συγκεκριμένη χρονική στιγμή θα
είναι συνάρτηση των δεδομένων που έρχονται». Ερωτηθείσα σε
συνέντευξή της στη Wall Street Journal σχετικά με το
προτιμώμενο μέγεθος αύξησης των επιτοκίων κατά τη συνεδρίαση
από τις 31 Ιανουαρίου έως την 1η Φεβρουαρίου, η πρόεδρος της
Fed του Σαν Φρανσίσκο, Μέρι Ντέλι, είπε ότι, κατά την ίδια,
οι αυξήσεις των επιτοκίων τόσο κατά 25 όσο και κατά 50
μονάδες βάσης είναι «στο τραπέζι».
Τόσο η Ντέλι όσο και
ο Μπόστιτς αναμένουν ότι το βασικό επιτόκιο της Τράπεζας, το
οποίο κυμαίνεται σήμερα από 4,25% έως 4,5%, θα πρέπει να
αυξηθεί σε ένα εύρος από 5% έως 5,25% για να επιδράσει στον
πληθωρισμό. Το να φτάσει κανείς εκεί με «σταδιακά βήματα,
τού δίνει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στις εισερχόμενες
πληροφορίες» και να λάβει υπόψη του την καθυστερημένη
επίδραση του υψηλότερου κόστους δανεισμού στην ευρεία
οικονομία, είπε η Μέρι Ντέλι. Μετά σχεδόν ένα χρόνο
επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων, οι οποίες και
σχεδιάστηκαν για να επιβραδύνουν την οικονομία και να
αποκλιμακώσουν τον πληθωρισμό, τα στελέχη της Fed λένε ότι
τους κάνουν να αισιοδοξούν τα στοιχεία από την πρόσφατη
επιβράδυνση στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην αύξηση
μισθών. Αυτά θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν την υποχώρηση
του δείκτη.
Εντούτοις διαφωνούν
με το να σταματήσουν τις αυξήσεις των επιτοκίων ή ακόμη και
να μεταστραφούν σε μικρότερες αυξήσεις επιτοκίων πολύ
σύντομα, από φόβο μήπως παγιωθεί ο υψηλός πληθωρισμός και
τελικά αναγκαστεί η Fed να αυξήσει περαιτέρω τα επιτόκια.
Καθώς οι αξιωματούχοι της Τράπεζας εξετάζουν το μέγεθος των
αυξήσεων των επιτοκίων με ορίζοντα τις επόμενες συνεδριάσεις
τους, συνεχίζουν να συζητούν και για πόσο καιρό πρέπει να
παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα για να φέρουν τον πληθωρισμό
πιο κοντά στον στόχο του 2%.
Τα τελευταία
πρακτικά της συνεδρίασης του Δεκεμβρίου του 2022 έδειξαν ότι
οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν αναμένουν μείωση των
επιτοκίων φέτος. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις προσδοκίες
της αγοράς ότι η Fed θα αρχίσει να τα περιστέλλει μέχρι το
δεύτερο εξάμηνο του έτους, πιθανώς ως απάντηση στην
επιβράδυνση της οικονομίας. Τη Δευτέρα, ο Ράφαελ Μπόστιτς
τόνισε ότι λαμβάνει ως βασική υπόθεση πως ούτε το 2024 θα
υπάρξουν μειώσεις, αν και επ’ αυτού υπάρχουν αμφιβολίες.
Αυτό θα τον
καθιστούσε, τέλος, έναν από τους πιο επιθετικούς από τους 19
αξιωματούχους και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της Fed, οι
περισσότεροι από τους οποίους αναμένουν περικοπές του
βασικού επιτοκίου κάτω από το 4,5% το επόμενο έτος. |