Το επιχειρηματικό
μοντέλο στο οποίο στηρίζονται τα κρυπτονομίσματα κινδυνεύει
να καταρρεύσει παταγωδώς, και οι επιχειρήσεις της Wall
Street τρίβουν τα χέρια τους.
Αφότου η Επιτροπή
Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ αποφάσισε να συμπεριλάβει ένα φάσμα
ευρέως διαπραγματεύσιμων ψηφιακών νομισμάτων στο ρυθμιστικό
πλαίσιο που διέπει τις κινητές αξίες, και άσκησε αγωγή σε
βάρος δύο εκ των μεγαλύτερων αγορών διαπραγμάτευσης για τη
διενέργεια συναλλαγών επί κρυπτονομισμάτων χωρίς
προηγουμένως να τα έχουν καταχωρίσει στα μητρώα της
ρυθμιστικής αρχής, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα τα ηνία της
δραστηριότητας blockchain να περάσουν τελικά στα χέρια των
ρυθμιζόμενων τραπεζών.
Όπως έγραψε σε
πρόσφατη ανάλυση του στο Bloomberg o Andy Mukherjee, από
άποψη χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, μια "αλλαγή φρουράς”
θα ήταν ευπρόσδεκτη. Τα ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων
ξεπήδησαν από το κενό που άφησε ο Satoshi Nakamoto στη
"λευκή βίβλο” που συνέταξε το 2008. Σε αυτήν, ο ιδρυτής του
δικτύου bitcoin, δεν έκανε καμία αναφορά σε πιθανούς τρόπους
με τους οποίους θα μπορούσε κάποιος να ανταλλάξει τα δολάρια
ή τα ευρώ του με αποκεντρωμένα νομίσματα. Τα ανταλλακτήρια
ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων, που πρόσφεραν αυτήν τη
δυνατότητα και ακόμη περισσότερες, μεταμορφώθηκαν έτσι σε
σκιώδεις τράπεζες, προσφέροντας στους traders μόχλευση έως
και 125 φορές της αρχικής επένδυσής τους, την ώρα δε που δεν
υπόκεινταν ουσιαστικά σε κανέναν ρυθμιστικό έλεγχο.
Και το γεγονός ότι
οι κρίσεις ρευστότητας και φερεγγυότητας που έχει βιώσει ο
κλάδος των κρυπτονομισμάτων δεν έχουν απειλήσει μέχρι
στιγμής το παραδοσιακό χρηματοπιστωτικό σύστημα, οφείλεται
απλώς και μόνο στην περιορισμένη διασύνδεσή τους. Ωστόσο,
είναι θέμα χρόνου η στενότερη αλληλεπίδραση των δύο κλάδων.
Ορισμένες τέτοιες αλληλεπιδράσεις θα μπορούσαν κάλλιστα να
λάβουν χώρα εκτός των ΗΠΑ. Την ώρα που η αμερικανική
Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σφίγγει τον κλοιό, ένας βουλευτής του
Χονγκ Κονγκ προσκάλεσε μέσω Twitter τους διαχειριστές
εικονικών περιουσιακών στοιχείων να δραστηριοποιηθούν στο
γνωστό χρηματοοικονομικό κέντρο, που την 1η Ιουνίου θέσπισε
ένα νέο ρυθμιστικό καθεστώς. Η φιλοδοξία του Χονγκ Κονγκ να
καταστεί κρυπτο-κόμβος έχει άλλωστε τη σιωπηρή υποστήριξη
του Πεκίνου.
Τελικά, όμως, η
λογική της Ουάσιγκτον θα επικρατήσει, καθώς κανένα
ευυπόληπτο χρηματοοικονομικό κέντρο δεν θα ήθελε να θυσιάσει
τη σταθερότητά του στον "βωμό” ορισμένων πρόσθετων
επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Άλλωστε, η διάθεση ρύθμισης
του κλάδου στις ΗΠΑ είναι απόλυτα σαφής. Αν και η Ripple
Labs Inc. και τα κορυφαία στελέχη της κατηγορήθηκαν από την
αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στα τέλη του 2020 για την
πώληση XRP tokens χωρίς να τα έχουν καταχωρήσει προηγουμένως
στα μητρώα της, ήταν η κατάρρευση του ανταλλακτηρίου FTX του
Sam Bankman-Fried, από τις πλέον ηχηρές του προηγούμενου
έτους, που κατέστησε αναπόφευκτη την επιβολή σκληρών
κανόνων. Κάτι που έγινε πράξη τον τρέχοντα μήνα, όταν η
Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ υπέβαλε αγωγή κατά της
Binance Holdings Ltd και της Coinbase Global Inc.
Μετά τις αγωγές, οι
τράπεζες έχουν ξεκινήσει να άρουν τη στήριξή τους προς τον
αμερικανικό ιστότοπο της Binance, οι πελάτες της οποίας δεν
θα μπορούν πλέον να πραγματοποιούν συναλλαγές με δολάρια.
Αυτό σημαίνει ότι η Binance.US, που χαρακτήρισε την αγωγή
της αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς αδικαιολόγητη και
δεσμεύθηκε να "απαντήσει” νομικά, θα μετατραπεί αποκλειστικά
σε ανταλλακτήριο κρυπτονομισμάτων.
Εν τω μεταξύ, η
Coinbase, η οποία αρνείται τους ισχυρισμούς της αμερικανικής
Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ότι λειτουργεί ως χρηματιστηριακή
αγορά και εταιρεία εκκαθάρισης -και δη χωρίς να έχει
εγγραφεί στα μητρώα της ρυθμιστικής αρχής ως πάροχος τέτοιου
είδους υπηρεσιών- δέχεται πιέσεις από τις κρατικές
ρυθμιστικές αρχές που ζητούν από το μεγαλύτερο ανταλλακτήριο
κρυπτονομισμάτων στις ΗΠΑ να σταματήσει την παροχή υπηρεσιών
staking. Το staking είναι μια υπηρεσία που διοχετεύει
κεφάλαια σε προϊόντα αποκεντρωμένης χρηματοδότησης (DeFi),
παρέχοντας στους επενδυτές ένα παθητικό εισόδημα για τη
δέσμευση των ψηφιακών περιουσιακών τους στοιχείων μέσω ενός
αυτοματοποιημένου λογισμικού που είναι γνωστό ως "έξυπνα
συμβόλαια”.
Το γενικό μήνυμα από
τις ρυθμιστικές αρχές είναι ότι οι επενδυτές θα πρέπει
σταδιακά να απομακρυνθούν από τις μη ρυθμιζόμενες
δραστηριότητες του οικοσυστήματος των κρυπτονομισμάτων χωρίς
να στερηθούν την αποτελεσματικότητα των αποκεντρωμένων
λογιστικών πρακτικών, των έξυπνων συμβολαίων ή ορισμένων
άλλων καινοτομιών. Επιτρέπουν δηλαδή στον μέσο πελάτη μιας
τράπεζας να τοποθετήσει ένα μέρος των καταθέσεών του σε
αυτήν στο blockchain. Εφόσον ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που
υπόκειται σε κανόνες διοχετεύει τις όποιες αποταμιεύσεις,
δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας για τυχόν πρόσθετους συστημικούς
κινδύνους. Η απόδοση για τους επενδυτές θα προέλθει όχι από
την υπερβολική μόχλευση αλλά από την κλασματοποίηση. Έτσι,
οι επενδυτικές ευκαιρίες που συνήθως απευθύνονται σε
εύπορους πελάτες της ιδιωτικής τραπεζικής θα καταστούν
διαθέσιμες σε μεγαλύτερο κοινό.
Αυτό συνάδει με το
όραμα της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμό για την ανάπτυξη
ενός ενοποιημένου καθολικού. Τα ψηφιακά νομίσματα των
κεντρικών τραπεζών θα φυλάσσονται σε ένα μέρος αυτού του
καθολικού, ενώ τα νομίσματα των καταθετικών τραπεζών σε ένα
άλλο. Επίσης, σε ένα άλλο partition θα φυλάσσονται όλα τα
φυσικά περιουσιακά στοιχεία που μπορεί να αποκτήσει κάποιος
-μετοχές, ομόλογα, ακίνητα κλπ- υπό τη μορφή tokens. Το όλο
"σύστημα” θα είναι ανάλογο ενός smartphone, όπου όλες οι
εφαρμογές που υπάρχουν στη συσκευή χρησιμοποιούν το ίδιο
περιβάλλον προγραμματισμού. Όπως μια φωτογραφία που
τραβήχθηκε με την κάμερα του κινητού μπορεί να "διαβαστεί”
από μια εφαρμογή κοινωνικής δικτύωσης, έτσι και τα χρήματα
θα μπορούν να μεταφέρονται απρόσκοπτα μεταξύ των τμημάτων
του ενοποιημένου καθολικού, και θα μπορούν να κατευθυνθούν
σε κάθε είδους ωφέλιμο προϊόν οραματίζεται ο ιδιωτικός
τομέας.
Η παραδοσιακή
χρηματοδότηση, που εποπτεύεται από τις εθνικές νομισματικές
αρχές, αντιμετωπίζει εδώ και πολύ καιρό τον κλάδο των
κρυπτονομισμάτων ως θεμελιωδώς ασταθή και κοινωνικά
ανώφελο.
Η κυρίαρχη
χρηματοπιστωτική βιομηχανία, η οποία εποπτεύεται από τις
κρατικές νομισματικές αρχές, θεωρεί εδώ και καιρό τη
βιομηχανία κρυπτονομισμάτων ως ασταθή και κοινωνικά ανώφελη.
Τα μη ρυθμιζόμενα ανταλλακτήρια, τα stablecoins που μοιάζουν
με αμοιβαία κεφάλαια χρηματαγοράς και τα κερδοσκοπικά
altcoins (πράγματα διαφορετικά από το Bitcoin και το Ether)
έχουν αναμφίβολα πρωτοστατήσει σε πολλές εφαρμογές
blockchain. Στο μέλλον, τα αδειοδοτημένα χρηματοπιστωτικά
ιδρύματα, όπως η JPMorgan, μπορούν κάλλιστα να αναλάβουν τον
έλεγχο της τεχνολογίας. Εξάλλου, οι tokenized καταθέσεις
πελατών θα προσφέρουν όλες τις λειτουργίες του
προγραμματιζόμενου χρήματος. Γιατί λοιπόν να μην τις
προωθήσουν σε έξυπνα συμβόλαια, ως εναλλακτική λύση σε
stablecoins όπως το USDC της Circle Internet Financial Ltd.;
Οι αρχές μπορούν
κατά καιρούς να χάσουν τον έλεγχο των χρηματοπιστωτικών
ιδρυμάτων, όπως είδαμε με τις πολλαπλές χρεοκοπίες τραπεζών
στις ΗΠΑ φέτος. Παρόλα αυτά, οι κίνδυνοι είναι σε μεγάλο
βαθμό γνωστοί, κάτι που δεν συμβαίνει με τα ψηφιακά
περιουσιακά στοιχεία. Τώρα που οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ
είναι αποφασισμένες να ελέγξουν την αχαλίνωτη ανάπτυξη των
κρυπτονομισμάτων, η Wall Street μπορεί να κινηθεί με
tokenized εκδοχές των δικών της παραδοσιακών προϊόντων -
ξεκινώντας από τις ταπεινές τραπεζικές καταθέσεις. |