Η Ευρωπαϊκή Ενωση αποφασίζει να χρησιμοποιήσει κοινούς
οικονομικούς πόρους για να μπορέσει να αντεπεξέλθει σε μία
κοινή απειλή, η οποία αφορά τις δικές της προμήθειες σε
πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Σε μια ανανέωση του προγράμματός
της για τη νέα ενεργειακή πολιτική, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή
έθεσε κατά μέρος 300 δισ. ευρώ για να στηρίξει τις
χώρες-μέλη να απομακρυνθούν από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Τα
κονδύλια θα χρησιμοποιηθούν για βελτίωση των υποδομών και
ενίσχυση του μηχανισμού παραγωγής ακόμα περισσότερης καθαρής
πράσινης ενέργειας.
Τα παραπάνω χαρακτηριστικά έγραψε σε ανάλυση του το Reuters,
σχολιάζοντας πως ωστόσο, το εκτινασσόμενο κόστος για
προμήθεια καυσίμων εκτός Ρωσίας και πάλι θα πρέπει να
καλυφθεί από τους επιμέρους εθνικούς προϋπολογισμούς. Το
σχέδιο προβλέπει μαζική αναβάθμιση των ενεργειακών
συστημάτων με τα εναπομείναντα 225 δισ. ευρώ από τους πόρους
του Ταμείου Ανάκαμψης. Επιπλέον, κεφάλαια 72 δισ. θα δοθούν
ως επιδοτήσεις και θα χρηματοδοτηθούν κυρίως από την πώληση
πιστοποιητικών εκπομπών ρύπων και την ανακατεύθυνση
κονδυλίων τα οποία αρχικά προορίζονταν για την ενίσχυση της
σύγκλισης των φτωχότερων κρατών της Ε.Ε. με τα υπόλοιπα.
Η εκμετάλλευση κοινοτικών κονδυλίων συνιστά ορθή προσέγγιση.
Σημειωτέον πως οι χώρες που απαρτίζουν την Ευρωπαϊκή Ενωση
απέφυγαν να λάβουν δάνεια από αυτήν διαρκούσης της πανδημίας
του κορωνοϊού. Αλλά, με δεδομένη την άνοδο των επιτοκίων, οι
χαμηλότοκες πιστώσεις κατέστησαν πιο ελκυστικά τα δάνεια της
Ε.Ε. στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου ή εκείνες προς Ανατολάς,
οι οποίες επωμίζονται τώρα υψηλότερο κόστος δανεισμού. Στην
περίπτωση της Ισπανίας, οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων της
έχουν σχεδόν διπλασιαστεί σε επίπεδα κατά τι υψηλότερα του
2% από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και μετά. Για
την Πολωνία, μια χώρα εκτός Ευρωζώνης, έφθασαν το 6,6%.
Αναφορικά τώρα με τη Γερμανία, η οποία εξαρτάται δραστικά
από τα ρωσικά καύσιμα, ενδέχεται και να μην προσφύγει καν
στα κοινοτικά δάνεια, διότι ακόμα έχει τη δυνατότητα να
αυτοχρηματοδοτείται από την αγορά. Ως επί το πλείστον οι
νέες επενδύσεις έχουν στόχο να προαγάγουν την εξοικονόμηση
ενέργειας.
Συν τοις άλλοις, η Ευρωπαϊκή Ενωση αναθεώρησε προς τα πάνω
τον στόχο της για παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ στο 45%
συνολικά έως το 2030, από το 40% προηγουμένως. Αυτό και
μόνον θα της κοστίσει 86 δισ. ευρώ. Ολα καλά έως εδώ, αν και
το πρόγραμμα παραβλέπει το επιπλέον κόστος προμήθειας 50 δισ.
κ.μ. σε υγροποιημένο φυσικό αέριο το 2022, ποσότητα ίση με
το 1/3 των ρωσικών εισαγωγών. Σύμφωνα με υπολογισμούς του
Breakingviews, το κόστος αυτό φτάνει τα 100 δισ. ευρώ
επιπλέον και θα βαρύνει τις χώρες-μέλη αναλόγως της
εξάρτησής τους από τα ρωσικά καύσιμα. Η άντληση ευρωπαϊκών
κονδυλίων θα αμβλύνει το ενεργειακό άχθος της Ε.Ε., όμως δεν
θα το εξαλείψει.
|