Το αποτέλεσμα
των πρόωρων γαλλικών εκλογών παραμένει ανοιχτό. Το ότι
η Aκροδεξιά θα μπορούσε να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία
των εδρών φαίνεται απίθανο, κατά την άποψή μας. Ωστόσο,
πρέπει να εξετάσουμε τις πιθανές συνέπειες ενός σεναρίου
κινδύνου στο οποίο η Ακροδεξιά έχει αποφασιστικό λόγο στη
διακυβέρνηση και στη νομοθεσία, εφαρμόζοντας σημαντικά
τμήματα της ατζέντας της σε μια «συγκατοίκηση» με τον
πρόεδρο Εμανουέλ
Μακρόν.
Όπως έγραψε σε
πρόσφατη ανάλυση του ο οικονομολόγος της Berenberg Bank,
Σάλομον Φίντλερ, ωστόσο, μια γαλλική κυβέρνηση στηριζόμενη
στις εθνικιστικές δυνάμεις της χώρας με ακροδεξιές πολιτικές
θα μπορούσε να βλάψει τη λειτουργία της Ε.Ε. Επιπλέον, θα
έβλαπτε την ανάπτυξη της γαλλικής οικονομίας, ανατρέποντας
εν μέρει τις συναφείς μεταρρυθμίσεις του Εμανουέλ Μακρόν.
Μια πιθανότητα θα ήταν το επιδεινούμενο δημοσιονομικό
έλλειμμα, μια παραβίαση των δημοσιονομικών κανόνων της Ε.Ε.
και οι θορυβώδεις συγκρούσεις μεταξύ Παρισιού και Βρυξελλών,
οι οποίες θα προκαλούσαν σημαντική διεύρυνση των αποδόσεων
στους γαλλικούς τίτλους, διαταράσσοντας τις αγορές. Η ΕΚΤ θα
έσπευδε προς διάσωση, αλλά μόνον εάν η Γαλλία επανερχόταν
σε πορεία δημοσιονομικής σύνεσης.
Ας αναφέρουμε
ορισμένους πιθανούς κινδύνους για τη Γαλλία.
Με έλλειμμα 5,5% του ΑΕΠ και αύξηση του δημόσιου χρέους στο
110,6% του ΑΕΠ το 2023, αντιμετωπίζει ήδη σοβαρό
δημοσιονομικό πρόβλημα. Για να επανέλθει σε τροχιά
δημοσιονομικής πειθαρχίας, η κυβέρνηση πιθανότατα πρέπει να
εξοικονομήσει έως και 25 δισ. ευρώ στο
προσχέδιο προϋπολογισμού του 2025 φέτος το φθινόπωρο. Μια
νέα και δυνητικά πιο σπάταλη κυβέρνηση υπό την ηγεσία της
Εθνικής Συσπείρωσης θα ασκούσε μεγάλες πιέσεις στα δημόσια
οικονομικά. Στις τελευταίες κοινοβουλευτικές εκλογές, το
2022, είχε προτείνει να απαλλαγούν από τον φόρο
εισοδήματος οι κάτω των 30 ετών εργαζόμενοι και να
καταργηθεί ο φόρος κληρονομιάς στα φτωχά και μεσαία
στρώματα.
Επιπλέον, ο Ζορντάν
Μπαρντελά (προστατευόμενος της Μαρίν Λεπέν, ηγέτιδας του
κόμματος) προσφάτως παρουσίασε δαπανηρά σχέδια,
συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ενός κρατικού ταμείου
για επενδύσεις στην ενέργεια και στην άμυνα, υψηλότερες
συντάξεις, χαμηλότερη φορολογία και τιμές ενέργειας, καθώς
και αύξηση των χαμηλών μισθών κατά 10%, μειώνοντας παράλληλα
τη φορολογική επιβάρυνση των εταιρειών. Μια ακροδεξιά
κυβέρνηση θα υπονόμευε, επίσης,
ορισμένες μεταρρυθμίσεις υπέρ της ανάπτυξης. Κι ενώ ο Μακρόν
προώθησε μια μεταρρύθμιση για άνοδο των συνταξιοδοτικών
ορίων στα 64 έτη, από τα 62 έτη πέρυσι, η Εθνική Συσπείρωση
είχε προτείνει μείωση στα 60 έτη, αν και σήμερα δεν τη
θεωρεί προτεραιότητά της.
Μια μερική ανατροπή
της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης του Μακρόν και ορισμένων
άλλων υπέρ της ανάπτυξης, οι συνεχείς διαφωνίες με την Ε.Ε.
λόγω άρνησης του Παρισιού να συμμορφωθεί πλήρως με τους
κανόνες της Ε.Ε. και ένας κάποιος προστατευτισμός θα
κλόνιζαν το δέλεαρ της Γαλλίας ως επενδυτικού προορισμού. Σε
επίπεδο Ε.Ε. τώρα, μια εθνικιστική κυβέρνηση στο Παρίσι θα
ζημίωνε αξιοσημείωτα τη λειτουργία της πρώτης,
παρεμποδίζοντας υποθετικά πολλές πρωτοβουλίες της.
Μια διχασμένη
γαλλική ηγεσία, σε συνδυασμό με μια γερμανική κυβέρνηση που
έχει πληγεί άσχημα στις ευρωεκλογές, θα επιβράδυνε ή και θα
έβλαπτε εν μέρει τις συνήθεις διαδικασίες λήψης αποφάσεων
στις Βρυξέλλες. Τέλος, οι
κατακερματισμένες κεφαλαιαγορές της Ε.Ε. έχουν μετατραπεί σε
εμπόδιο για την οικονομική ανάπτυξή της, οπότε η πλήρης
ενοποίησή τους θα συνέβαλε σημαντικά σε αυτήν, πλην όμως
απαιτώντας σημαντικές μεταβολές στην εθνική νομοθεσία,
συμπεριλαμβανομένων των νόμων για τις πτωχεύσεις. Μια
κυβέρνηση Λεπέν θα ήταν απρόθυμη να συμβαδίσει με αυτό. |