Οι καταναλωτές αυτή τη στιγμή βρίσκονται έξω
στους δρόμους και πέριξ αυτών στις κινεζικές πόλεις. Αυτό
είναι ορατό στα δεδομένα: ένα άλμα πάνω από το ένα δέκατο
στις λιανικές πωλήσεις τον Μάρτιο βοήθησαν την οικονομία της
χώρας να αναπτυχθεί κατά 4,5% το πρώτο τρίμηνο, ξεπερνώντας
τις προσδοκίες και τις προβλέψεις. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η
ακίνητη περιουσία σταθεροποιείται επίσης. Όπως έγραψε το
Reuters σε πρόσφατη ανάλυση του:
Ωστόσο, η ζήτηση παραμένει άνιση και τα ικανοποιητικά
αποτελέσματα ως απόρροια της άρσης των περιορισμών του 2022
για την ανάσχεση της πανδημίας θα εξαλειφθούν. Ο κίνδυνος
έγκειται στο ότι η ανάκαμψη των καταναλωτικών δαπανών
διαχωρίζεται ανάμεσα σε όσες αφορούν είδη πολυτελείας και σε
εκείνες που καλύπτουν βασικές ανάγκες, αφήνοντας εκτός τις
μεγάλες αγορές, που διεκπεραιώνονται από τους Κινέζους και
τις Κινέζες της μεσαίας τάξης. Λόγου χάριν, ο γερμανικός
όμιλος κατασκευής πολυτελών αυτοκινήτων Porsche εμφάνισε
πωλήσεις-ρεκόρ στην Κίνα κατά
τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου. Ωστόσο, η Tencent αποκάλυψε
με τα κέρδη της του πρώτου τριμήνου ότι οι πληρωμές μέσω της
εφαρμογής της φάνηκαν να επικεντρώνονται σε καταναλωτικά
είδη με χαμηλό τίμημα, που αγοράζονται εκτός σύνδεσης. Εν τω
μεταξύ, οι Κινέζοι προσέθεσαν στις αποταμιεύσεις των
νοικοκυριών τους άλλα 10 τρισ. γουάν (1,4 τρισ. δολάρια)
κατά το διάστημα Ιανουαρίου – Μαρτίου, αναθερμαίνοντας τους
φόβους ότι θα συνεχίσουν να αποθησαυρίζουν αντί να
σπαταλούν.
Οσον αφορά την ακίνητη περιουσία, η οποία υπολογίζεται ότι
διαμορφώνει το 25% της παραγωγής, οι τιμές των κατοικιών
ανακάμπτουν κυρίως σε πλούσιες πόλεις, ενώ η κρίση
επικεντρώνεται στην ενδοχώρα. Οι κατασκευές και οι
επενδύσεις ακινήτων παραμένουν χαμηλά. Ωστόσο, με τον
πληθωρισμό στο 0,7% υπάρχει περιθώριο για στοχευμένα κρατικά
κίνητρα, που θα βοηθήσουν στη διεύρυνση και την εδραίωση της
ανάκαμψης. Η διοχέτευσή τους είναι το πρόβλημα. Οι
δημοσιονομικές δαπάνες για τις υποδομές αποτελούν τα
ανακλαστικά του Πεκίνου υπό αυτές τις συνθήκες, διότι
δημιουργούν ανάπτυξη και θέσεις εργασίας. Εντούτοις, οι
χαμηλές αποδόσεις από την κατασκευή γραμμών μετρό και άλλα
παρόμοια έργα σε οικονομικά προβληματικές περιοχές,
επιδεινώνουν την κρίση χρέους των τοπικών Αρχών της χώρας, η
οποία είναι η δεύτερη σοβαρότερη ανησυχία των επενδυτών μετά
τις σινοαμερικανικές σχέσεις, όπως αποτυπώνεται σε σχετική έρευνα
της Goldman Sachs.
Οποιεσδήποτε προσαρμογές των επιτοκίων
ενδέχεται να οδηγήσουν σε κερδοσκοπία στην αγορά ακινήτων,
την οποία ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ απεχθάνεται, ενώ η
επιχειρηματική κοινότητα ανησυχεί περισσότερο για τις
πωλήσεις παρά για τις πιστώσεις, ούτως ή άλλως. Τα τραπεζικά
δάνεια έφθασαν στο ιστορικό υψηλό των 10,6 τρισ. γουάν το
πρώτο τρίμηνο, ωστόσο αυτό δεν φάνηκε να μεταφράζεται σε
ιδιωτικές επενδύσεις σε πάγια στοιχεία ενεργητικού, οι
οποίες μετά βίας αυξάνονται. Τα κέρδη των βιομηχανικών
ομίλων μειώθηκαν κατά 23% τον Μάρτιο. Σε ομιλία του ο Κάι
Φανγκ, μέλος της επιτροπής νομισματικής πολιτικής της
κεντρικής τράπεζας της Κίνας, πρότεινε τη μεταβίβαση 4 τρισ.
γουάν απευθείας στα νοικοκυριά για να αντισταθμιστεί η
ασθενής αύξηση του εισοδήματος. Αλλά η τεράστια έκπληξη της
αύξησης του ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου, σε συνδυασμό με τις
ανησυχίες του υπουργείου Οικονομικών για τις πιέσεις των
δημοσιονομικών, καθιστά κάτι τέτοιο απίθανο. Αυτό μπορεί να
εξηγήσει γιατί οι δείκτες των εγχώριων χρηματιστηρίων δεν
αποτύπωσαν τον ρυθμό ανάπτυξης του πρώτου τριμήνου, ενώ, αν
αυτός αποδειχθεί παραπλανητικά ευοίωνος, η έκρηξη μετά την
επανεκκίνηση της Κίνας ίσως αποκλιμακωνόταν τάχιστα.
|