Οι Ηνωμένες
Πολιτείες μιλούν για τις προσπάθειες να μειώσουν
την εξάρτησή τους από την Κίνα με
θετικό τρόπο. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι χρησιμοποιούν όρους
όπως «μείωση του ρίσκου», «υποστήριξη φίλων» και διαφύλαξη
της «εθνικής ασφάλειας». Οι Κινέζοι ομόλογοί τους θεωρούν
όλες αυτές τις αναφορές ως περιγραφή της αποσύνδεσης των δύο
μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, ενώ την ερμηνεύουν ως
απαράδεκτη απόπειρα της Ουάσιγκτον να ανακόψει την άνοδο της
χώρας τους.
Όπως έγραψε το
Reuters,
παρά τις διαφωνίες στη διατύπωση, υπάρχει μια τεράστια εν
εξελίξει αλλαγή στις σινοαμερικανικές σχέσεις, μια συνειδητή
και δομική αποσύνδεση των
δύο κρατών. Το Reuters Breakingviews εξέτασε διάφορες ροές
μεταξύ των δύο χωρών, οι οποίες αμφότερες ισοδυναμούν με το
40% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Ξεκινώντας με το
διμερές εμπόριο, θα δούμε ότι η ροή των αγαθών επιταχύνθηκε
απότομα μετά την ένταξη της Λαϊκής Δημοκρατίας στον ΠΟΕ το
2001, προς όφελος των Αμερικανών καταναλωτών και των Κινέζων
εργαζομένων. Οι εισαγωγές αγαθών των ΗΠΑ από την Κίνα
αυξήθηκαν στα 536 δισ. δολάρια το 2022.
Ωστόσο, ο αριθμός
χρήζει πολλών αναλύσεων. Πρώτον, η αύξηση των αμερικανικών
εισαγωγών από την Κίνα είναι ταχύτερη σε αγαθά που δεν
υπόκεινται σε δασμούς των ΗΠΑ. Αυτό δείχνει πώς επιφέρει
επιπτώσεις ο εμπορικός πόλεμος, τον οποίο εκκίνησε ο τέως
πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ
Τραμπ το 2018. Δεύτερον, άλλοι εξαγωγείς κερδίζουν
περισσότερα. Μόλις τα μισά μεταποιημένα προϊόντα που
εισάγονται στις Ηνωμένες Πολιτείες από χώρες χαμηλού κόστους
της Νοτιοανατολικής Ασίας προέρχονται τώρα από την Κίνα.
Πριν από τέσσερα χρόνια ήταν τα δύο τρίτα, σύμφωνα με τον
ετήσιο δείκτη Reshoring του Kearney. Ωστόσο, η πραγματική
εικόνα είναι πιο περίπλοκη. Για παράδειγμα, ορισμένες
εξαγωγές από τη Νοτιοανατολική Ασία προς τις ΗΠΑ είναι αγαθά
κατασκευασμένα με εξαρτήματα από την Κίνα που καταστρατηγούν
το δασμολογικό καθεστώς, οπότε με τις ρωγμές αυτές δύσκολα
προσδιορίζεται πόσο πραγματικά χωρίζουν οι δρόμοι των δύο
υπερδυνάμεων.
Οι δυτικοί
επενδυτές, πάλι, έχουν μειώσει την έκθεσή τους στη δεύτερη
μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη. Η μέση κατανομή
παγκόσμιων μετοχικών
κεφαλαίων σε κινεζικά περιουσιακά στοιχεία
κορυφώθηκε στο 3,13% τον Απρίλιο του 2015. Από τον
Σεπτέμβριο του 2023 διαμορφώθηκε στο 1,75%, σύμφωνα με την
παρακολούθηση ροής κεφαλαίων EPFR. Αυτό αποτυπώνει εν μέρει
μια ευρύτερη υποχώρηση από τις αναδυόμενες αγορές μετά την
αύξηση των επιτοκίων από την ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ. Η
αξία των άμεσων ξένων επενδύσεων σε δολάρια στην Κίνα
μειώθηκε στα 8 δισ. δολάρια πέρυσι, επιστρέφοντας στα
επίπεδα του 2004, σύμφωνα με στοιχεία του ομίλου Rhodium.
Οι διαχειριστές
κεφαλαίων φοβούνται ότι θα αναγκαστούν να πουλήσουν εάν οι
ΗΠΑ επεκτείνουν τους επενδυτικούς περιορισμούς που
σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη και τα προηγμένα τσιπ ή
επιβάλουν πρόσθετες κυρώσεις στην Κίνα. Εν τω μεταξύ,
εταιρείες από τη Λαϊκή Δημοκρατία έχουν επίσης σταματήσει σε
μεγάλο βαθμό να αξιοποιούν αμερικανικά κεφάλαια. Οι
κινεζικές εταιρείες έχουν συγκεντρώσει μόλις 529 εκατ.
δολάρια από προσφορές
μετοχών στις Ηνωμένες Πολιτείες το τελευταίο 12μηνο
εν συγκρίσει με το ανώτατο όριο των 29 δισ. δολαρίων το
2014, όταν ο γίγαντας του ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba
εισήχθη στη Νέα Υόρκη.
Οι κινεζικές
εταιρείες δεν είχαν ποτέ τεράστια παρουσία στις Ηνωμένες
Πολιτείες, αλλά τα έσοδά τους μειώνονται, ενώ είναι οι
αμερικανικές εταιρείες που διακυβεύουν πολύ περισσότερα και
είναι απρόθυμες να αποσυρθούν από μια γιγαντιαία αγορά. Η
αλυσίδα καφέ Starbucks είχε
πάνω από 6.000 καταστήματα στην Κίνα πέρυσι τον Οκτώβριο,
ήτοι το 17% του παγκόσμιου συνόλου. Τέλος, η Apple
αποκομίζει άνω του 16% των εσόδων της από την Κίνα, ενώ στην
περίπτωση της Tesla τής καλύπτει το ένα πέμπτο και πλέον των
πωλήσεων. |