Η ΕΚΤ σύντομα θα
μάθει να ζει χωρίς το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων. Η πρόεδρός
της Κριστίν Λαγκάρντ θα περιγράψει σήμερα πώς τα στελέχη της
ΕΚΤ σχεδιάζουν να συρρικνώσουν το χαρτοφυλάκιο κρατικών και
εταιρικών ομολόγων των 5 τρισ. ευρώ. Όπως έγραψε σε πρόσφατη
ανάλυση του το Reuters. Η άνοδος των αποδόσεων και η ακόμη
αδύναμη Ευρωζώνη σημαίνουν ότι η λεγόμενη πολιτική ποσοτικής
σύσφιγξης στην Ευρώπη θα πρέπει να ακολουθήσει βραδείς
ρυθμούς. Η Φρανκφούρτη έχει καθυστερήσει σε αυτό. Η Τράπεζα
της Αγγλίας άρχισε για πρώτη φορά να συρρικνώνει το
χαρτοφυλάκιο των κρατικών ομολόγων της τον Φεβρουάριο, ενώ η
Fed ακολούθησε το παράδειγμά της τον Ιούνιο. Σε αντίθεση με
τις ανωτέρω, η ΕΚΤ δεν αναμένεται να αρχίσει να πουλάει
περιουσιακά στοιχεία, αλλά μπορεί απλώς να σταματήσει να
αντικαθιστά ομόλογα, που λήγουν, στο προ πανδημίας πρόγραμμα
αγοράς περιουσιακών στοιχείων ύψους 3,4 τρισ. ευρώ. Τα πιο
σκληροπυρηνικά στελέχη της (τα λεγόμενα «γεράκια»), όπως ο
πρόεδρος της Bundesbank Γιοακίμ Νάγκελ, έχουν ζητήσει έναν
γρήγορο επαναληπτικό γύρο, αλλά οι συνθήκες της αγοράς
κατατείνουν σε μια πιο συνετή πορεία.
Η λήξη της αγοράς
ομολόγων από την ΕΚΤ θα σημαίνει ότι οι επενδυτές, όπως οι
τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρείες, θα πρέπει να
αγοράσουν περισσότερα χρεόγραφα, παρότι οι κυβερνήσεις των
κρατών-μελών της Ευρωζώνης εξακολουθούν να εμφανίζουν μεγάλα
δημοσιονομικά ελλείμματα. Αυτό θα ωθήσει προς τα πάνω τις
αποδόσεις των κρατικών ομολόγων τους. Το 2023, συγκεκριμένα,
ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να απορροφήσει ομόλογα
επιπέδων-ρεκόρ της τάξεως των 420 δισ. ευρώ, τα οποία έχουν
εκδοθεί από το Δημόσιο και τα θεσμικά ιδρύματα των χωρών της
Ευρωζώνης, σύμφωνα με την Bank of America. Πρόκειται για τα
υψηλότερα επίπεδα από πριν από την οικονομική κρίση του
2008.
Οι υψηλότερες
αποδόσεις των κρατικών ομολόγων ενδέχεται να επιδεινώσουν
την ύφεση στην Ευρωζώνη και να κάνουν τους επενδυτές να
ανησυχούν περισσότερο για υπερχρεωμένα κράτη, όπως η Ιταλία.
Η διαφορά στις αποδόσεις μεταξύ του 10ετούς ιταλικού
ομολόγου και του αντίστοιχου γερμανικού είχε διαμορφωθεί
περίπου στις 210 μονάδες βάσης στις αρχές του 2014, πριν
ξεκινήσει η ποσοτική χαλάρωση, δηλαδή 20 μονάδες βάσης πάνω
από τα τρέχοντα επίπεδα.
Οι αναλυτές της
Goldman Sachs αναμένουν ότι οι αποδόσεις των γερμανικών
10ετών τίτλων θα φθάσουν στο 2,75% τον Μάρτιο του 2023, από
τα επίπεδα του 1,95% που είναι σήμερα. Αυτό σημαίνει ότι
χωρίς καμία αγορά ομολόγων το κόστος χρηματοδότησης για την
Ιταλία θα μπορούσε να φθάσει σχεδόν στο 5%. Σε αυτά τα
επίπεδα οι αγορές μπορεί να αρχίσουν να αμφιβάλουν για την
ικανότητα της χώρας να αποπληρώσει το χρέος της. |