Η οικονομία της
Ευρωζώνης αντιμετωπίζει μια παρατεταμένη περίοδο
στασιμότητας και αβεβαιότητας, κλείνοντας το 2024 με
ανησυχητικά αρνητικούς δείκτες. Παρά τις ελπίδες για
ανάκαμψη, τα τελευταία δεδομένα σκιαγραφούν μια ζοφερή
εικόνα, με χαμηλή ανάπτυξη, απογοητευτική κατανάλωση και
έντονες πιέσεις στη βιομηχανία.
Αρνητικοί οικονομικοί δείκτες
Ο δείκτης
οικονομικού αισθήματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υποχώρησε
από τις 95,6 μονάδες τον Νοέμβριο στις 93,7 μονάδες τον
Δεκέμβριο, διαψεύδοντας τις εκτιμήσεις για στασιμότητα.
Παράλληλα, οι βιομηχανικές παραγγελίες στη Γερμανία
σημείωσαν πτώση 5,4% σε μηνιαία βάση, ενώ οι λιανικές
πωλήσεις στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης μειώθηκαν κατά
0,6%, αντί της αναμενόμενης αύξησης 0,5%.
Η πτώση της
εμπιστοσύνης τόσο στον βιομηχανικό όσο και στον καταναλωτικό
τομέα, σε συνδυασμό με τις αυξημένες προσδοκίες για άνοδο
τιμών, επιτείνει τη δυσμενή προοπτική για την Ευρωζώνη. Όπως
σημειώνει ο Λέο Μπαρινκού της Oxford Economics, η συνολική
εικόνα «υποδηλώνει πιθανή υποβάθμιση των προβλέψεων για το
ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο του 2025».
Η κρίση στη Γερμανία
Η Γερμανία, η
κινητήριος δύναμη της Ευρωζώνης, βρίσκεται αντιμέτωπη με
συνεχιζόμενα προβλήματα στον βιομηχανικό τομέα, ο οποίος
παραμένει σε ύφεση για πάνω από ένα χρόνο. Τα αυξημένα
ενεργειακά κόστη, η μειωμένη ζήτηση από την Ασία και ο
ανταγωνισμός από φθηνές εισαγωγές έχουν πλήξει τη
βιομηχανική παραγωγή. Ο Κάρστεν Μπρζέσκι, οικονομολόγος της
ING, επισημαίνει ότι «δεν υπάρχει ορατή ανάκαμψη στη
γερμανική βιομηχανία».
Επιπλέον, η ιδιωτική
κατανάλωση, που είχε αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης στο τρίτο
τρίμηνο του 2024, φαίνεται πως δεν συνέχισε με τον ίδιο
ρυθμό στο τέλος του έτους. Αν και τα νοικοκυριά έχουν δει τα
εισοδήματά τους να αυξάνονται και τον πληθωρισμό να
αποκλιμακώνεται, η τάση αποταμίευσης παραμένει ισχυρή.
Μελέτη της ΕΚΤ δείχνει ότι τα νοικοκυριά προτιμούν να
εξοικονομήσουν πόρους για να καλύψουν τις απώλειες πλούτου
που προκάλεσε ο πληθωρισμός, περιορίζοντας τις δαπάνες.
Εξωτερικές πιέσεις και γεωπολιτικοί κίνδυνοι
Η Ευρωζώνη βρίσκεται
επίσης αντιμέτωπη με τον κίνδυνο νέων δασμών από τις
Ηνωμένες Πολιτείες, που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τις
ευρωπαϊκές εξαγωγές. Παράλληλα, οι συνέπειες της ρωσικής
εισβολής στην Ουκρανία, όπως η εκτίναξη των ενεργειακών
τιμών και η αναταραχή στις αγορές, συνεχίζουν να επηρεάζουν
τη βιομηχανία και την ευρύτερη οικονομία.
Προκλήσεις και προοπτικές
Οι οικονομολόγοι και
οι φορείς χάραξης πολιτικής βρίσκονται σε σταυροδρόμι, καθώς
οι προσπάθειες για ανάκαμψη φαίνονται αναποτελεσματικές. Η
εξισορρόπηση μεταξύ της ανάγκης για στήριξη της οικονομίας
και της αποφυγής περαιτέρω πληθωριστικών πιέσεων αποτελεί
ένα δύσκολο εγχείρημα.
Ενώ οι ελπίδες για
ανάκαμψη στηρίζονταν στην ιδιωτική κατανάλωση, η τάση των
νοικοκυριών να αποταμιεύουν υποδεικνύει ότι η αναθέρμανση
της οικονομικής δραστηριότητας μπορεί να καθυστερήσει.
Επιπλέον, οι πιέσεις από το διεθνές περιβάλλον και η
εξάρτηση της βιομηχανίας από εξαγωγές δημιουργούν περαιτέρω
εμπόδια.
Η Ευρωζώνη
χρειάζεται στρατηγικές πολιτικές παρεμβάσεις για την
ενίσχυση της εμπιστοσύνης στην οικονομία, τη στήριξη της
ζήτησης και την αποκατάσταση της βιομηχανικής
ανταγωνιστικότητας. Χωρίς άμεση δράση, ο κίνδυνος μιας νέας
ύφεσης φαίνεται ολοένα και πιο πιθανός.
|